Γλώσσες
Η αλήθεια είναι -πρέπει να το παραδεχτώ- πως το “έχω” κάπως με τις ξένες γλώσσες. Θες λίγο η οπτική και ακουστική μου μνήμη, θες η αντίληψη των λεκτικών συνάψεων, μόλις καταλάβω την συγκρότηση και την δομή μιας γλώσσας αρχίζω και αντιλαμβάνομαι τα διαμοιβόμενα. Άλλωστε, πρώτα έμαθα αγγλική γραμματική και συντακτικό και μετά τα αντίστοιχα της ελληνικής. Ξεκίνησα κάπου εκεί γύρω 5 χρονών με την κα Νίνα (Φραγκούλη) που ερχόταν στο σπίτι της οδού Ρόδου. Η μητέρα μου είχε πριν από μια 10ετία μόλις επιστρέψει από την Αγγλία (και Ιρλανδία και Ουαλλία), όπου είχε τελειώσει το σχολείο και τα αγγλικά τής ήταν πολύ πιο οικεία από τα ελληνικά. Έτσι, τα αγγλικά μπορεί να μην είναι μητρική μου γλώσσα αλλά δεν έπαψα να την νοιώθω πάντα έτσι. Μια εποχή μάλιστα, τότε που πήγα για μεταπτυχιακά στην Αγγλία συνελάμβανα τον εαυτό μου να μην σκέφτεται στα ελληνικά και να τα μεταφράζω αγγλικά, αλλά να σκέφτομαι κατ’ ευθείαν στα αγγλικά. Μεγάλη υπόθεση, που συνεχίστηκε για πολλά χρόνια.
Για κάμποσα επίσης χρόνια η σωστή αγγλική προφορά μου ήταν αξιοπρόσεκτη χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Απαραίτητο άλλωστε διαπιστευτήριο στην θέση μου ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΕλληνοΒρεταννικού Εμπορικού Επιμελητηρίου (1988-1992). Σιγά-σιγά όμως με την πάροδο του χρόνου αυτό το προσόν εξανεμίστηκε. Κάτι που η Αγγλία είχε αλλάξει και για να σε καταλάβουν έπρεπε να τους μιλάς με ινδοπακιστανική προφορά, κάτι που ξεκίνησα δουλειές με αμερικανούς, βρήκα την βολική δικαιολογία πως αφού όλοι μιλούν αγγλικά με την προφορά της μητρικής τους γλώσσας, γιατί όχι κι εγώ;
Το γλυκό ήρθε κι έδεσε μετά το 1990 που άνοιξαν τα ανατολικο-ευρωπαϊκά σύνορα και πλημμυρίσαμε από σλαβόφωνες γλώσσες. ‘Εζησα και στην Ολλανδία, έκανα κάποια οικογένεια στην Πολωνία, δουλειές στην Σερβία και αλλού, έπρεπε πλέον να μιλάω σπαστά “ινδιάνικα” αγγλικά για να με καταλαβαίνουν. Μικρό το κακό. Έτσι κι αλλιώς, πιο σημαντικό για την καθημερινότητά μου ήταν να καταλαβαίνω εγώ σέρβικα, ρώσσικα, πολωνέζικα και ολλανδικά για να μπορώ να πληρώνω τους διάφορους λογαριασμούς. Εννοείται βέβαια πως όταν εργάσθηκα στην Ουγγαρία, την Νορβηγία και την Σουηδία ξεκίνησα ψευτο-μαθήματα στις τοπικές γλώσσες χωρίς παρακάτω συνέχεια. Από την άλλη, η αλήθεια είναι πως θα έπρεπε να είχα τελικά προχωρήσει στην δεκαετία του 1970 με την εκμάθηση ρωσσικών. Είχα μάλιστα ψαχτεί και με τον ΕλληνοΣοβιετικό αλλά δεν ευδόκησε. Παραπέτασμα γαρ. Κρίμα μεγάλο διότι θα μου είχαν φανεί ιδιαίτερα χρήσιμα στην παρούσα συγκυρία της τελευταίας δεκαετίας που έχω σοβαρές σχέσεις προσωπικές και επαγγελματικές με την μητέρα-Ρωσσία.
Αγγλικά
Σχεδόν μόλις ξεκίνησα τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού και μπορούσα να πηγαίνω μόνος μου, με έγραψαν στη Σχολή Ξένων Γλωσσών Αζεμοπούλου. Επί της οδού Μ.Βόδα, μεταξύ Θήρας και Αγαθουπόλεως. Η ιδιοκτήτρια κα Αζεμοπούλου μπορεί να ήταν πολύ αγαπητή και άριστη επιχειρηματίας, αλλά δεν της φαινόταν σε πρώτη επαφή, ίσως λόγω κόμμωσης και μακιγιάζ. Εμένα πάντως μου θύμιζε την κακιά-μάγισσα από την Χιονάτη του Ντίσνεϋ κι ας μην είχε καμμία σχέση με τον χαρακτήρα της. Η Σχολή ήταν σε ένα παλιό νεοκλασσικό με μεγάλο κήπο από πίσω, που αργότερα έγινε ο θερινός κινηματογράφος ΝΟΡΑ από το όνομα της πολύ ελκυστικής κόρης της.
Στην Σχολή δίδασκαν διάφοροι εξωτερικοί καθηγητές αλλά εμένα κατ’ουσίαν με ανέλαβε η κα Καλούδη. Μιλάμε για πολλά χρόνια μαθητής της με ενδιάμεσα κενά. Απορώ πως με ανεχόταν αλλά μάλλον αξιολογούσε τις επιδόσεις μου. Μέχρι Lower του Cambridge και αμέσως μετά Proficiency του Univ. of Michigan. Και για το τελευταίο μάλιστα, ετεροχρονισμένα και με προσωπική της επιμονή και πίεση για ένα τυπικό προσόν, αφού είχα πλέον πολύ καλύτερους τρόπους να ξοδεύω τα απογεύματά μου.
Τι βάσανο κι αυτό… Σωστό ψυχολογικό τραύμα που ακόμη και σήμερα το κουβαλάω κι απολαμβάνω ιδιαίτερα τα ελεύθερα απογεύματά μου. Για πάνω από 10 χρόνια, δύο ή τρία βραδυνά μέσα στην βδομάδα “είχα Αγγλικά” όταν όλοι οι φίλοι μου αλητεύανε κι εγώ ζήλευα την ξεγνοιασιά τους. Όμως να τα λέμε δυνατά και καθαρά: χωρίς τα αγγλικά, χωρίς την κα Καλούδη, χωρίς την Σχολή Αζεμοπούλου ούτε την προκοπή που έκανα (όσο έκανα), ούτε την διεθνή ζωή που έζησα δεν θα τα είχα γνωρίσει. Καλή τους ώρα! Μπορεί στις μέρες μας η καλή γνώση των αγγλικών να φαίνεται το απόλυτα ελάχιστο προσόν, δεν ήταν όμως πάντα έτσι, κυρίως στα χρόνια πριν την έλευση των κομπιούτερ. Γι’ αυτό κάποια στιγμή χάρηκα που συνάντησα σε ένα αεροδρόμιο τον γυιό τής κας Αζεμοπούλου, που είχε ακολουθήσει διπλωματική καριέρα, απόφοιτος κι αυτός της Λεοντείου, αρκετά αργότερα από εμένα.
Εν κατακλείδι λοιπόν, τεράστια υπόθεση η καλή γνώση των αγγλικών στην ζωή μου, που τα τελειοποίησα αναγκαστικά στις μεταπτυχιακές μου. Αν και τα αποτελέσματα του TOEFL (Test of English as a Foreign Language του Princeton Univ.), που με κατέτασσε στο άνω 8%, ήδη το πιστοποιούσαν μαζί με την τυπική “Επάρκεια” του Υπουργείου Παιδείας.
Γαλλικά
Την γαλλική γλώσσα την γνώρισα για πρώτη φορά όταν πήγα στο Λεόντειο Λύκειο το 1970 σε ηλικία 11 ετών. Δεν μπορώ να πω πως την βρήκα ιδιαίτερη ελκυστική. Όμως, αφού πήγα σε ένα γαλλόφωνο σχολείο και μάλιστα ακριβό για την οικογενειακή οικονομική μας κατάσταση, δεν θα μπορούσα παρά να το εκμεταλλευθώ με τον πλέον πρόσφορο τρόπο.
Το σχολείο φυσικά είχε ιδιαίτερη μεταχείριση για τα παιδιά που για πρώτη φορά ερχόντουσαν σε επαφή με την γαλλική γλώσσα. Μας χώρισαν σε τμήματα και για μας τους αρχάριους, υπήρχαν τα πρώτα οπτικο-ακουστικά μέσα στην διάθεσή μας. Αφού λοιπόν γινόταν η επίδειξη, έπρεπε μετά εμείς σε δυάδες να επαναλάβουμε τους διαλόγους. Η καλύτερη δυάδα εκπεφρασμένη σε διαφορά σωματικού μεγέθους ήταν ο Μάγειρας με τον Ψύλλα (όνομα και πράγμα). “-Bουζετ μεσιέ Μαγκιράς; -Ουί, ζε σουί μεσιέ Μαγκιράς. Βουζέτ μεσιέ Ψυλλάς;” Ένα μικρό δείγμα αυτών των audiovisuel μεθόδων (μαγνητόφωνο μπομπίνας και προβολή σλάϊτς) δείχνω παρακάτω (προσοχή, ρυθμίστε την ένταση του ήχου).
Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με τις ξένες γλώσσες, είτε λόγω έκθεσής μου στα αγγλικά από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, είτε λόγω πολλών ταξιδιών από νεαρή ηλικία.Αυτό έμενε να αποδειχθεί και στην απόδοσή μου στην εκμάθηση της γαλλικής. Η επιμέλειά μου μεταφράσθηκε σε τακτικά δελτία και βραβεία προόδου κάθε χρόνο. Σύντομα μπόρεσα να πλησιάσω σε επίπεδο άλλους συμμαθητές που ερχόντουσαν με προηγούμενη γνώση των γαλλικών.
Και μάλιστα κατάφερα να φθάσω στο ανώτερο δυνατόν επίπεδο που ήταν τεχνικά εφικτό μέσα από το σχολικό πρόγραμμα 6 ετών, όπου βέβαια τα γαλλικά δεν ήταν παρά ένα μόνο μικρό παράπλευρο κεφάλαιο. Το 1976 έδωσα και πέρασα γραπτές και προφορικές εξετάσεις που διοργάνωσε το πολιτιστικό τμήμα της Γαλλικής πρεσβείας για λογαριασμό των Πανεπιστημίων των Παρισίων. Μαζί με άλλα 5 άτομα (από τα περίπου 180 της σχολικής σειράς μου) πήρα τελικά το 1976 το DIPLOME D’ETUDES FRANCAIS (Sorbonne II), αφού βέβαια προηγουμένως συγκέντρωσα όλα τα ενδιάμεσα γλωσσικά πτυχία.
Αυτό συνεπάγεται πως έχω δικαίωμα φροντιστηριακής διδασκαλίας της Γαλλικής γλώσσας (Επάρκεια), όπως πιστοποιείται από το Υπουργείο Παιδείας.
Με την σοφία μιας ζωής 40 ετών, όπου η Γαλλική γλώσσα μου φάνηκε χρήσιμη σε αρκετές περιπτώσεις, ακόμη και για την επιφανειακή εκμάθηση και χρήση άλλων λατινογενών γλωσσών (όπως ιταλικά και ισπανικά), μπορώ να πω πως η επένδυση των γονέων μου ήταν τελικά αποδοτική και “έπιασε τόπο”. Τοσο πολύ που με βάση τα γαλλικά μου και κάποια ψευτο-μαθήματα ισπανικών και ιταλικών μπόρεσα αργότερα στη ζωή μου να κάνω τεχνικές παρουσιάσεις, επιδείξεις και εν τέλει πωλήσεις μηχανημάτων σε αυτές τις γλώσσες. Μεγάλο πλεονέκτημα σε διάφορες διεθνείς εκθέσεις. Α, και να περάσω αρκετές μέρες, κάνοντας μέχρι και σοβαρές συζητήσεις αλλά και αλληλογραφία, με κάποιες αισθηματικές σχέσεις που μίλαγαν αποκλειστικά ισπανικά (όπως μπορεί να επιβεβαιώσει η Marta), αν και εδώ το βασικό μάλλον ήταν η κοινή θέληση επικοινωνίας.
Συμπτωματικά διαφύλαξα μέσα στα χρόνια που πέρασαν τις σημειώσεις που μού δόθηκαν πολυγραφημένες από το σχολείο και τα πανεπιστήμια της Σορβόννης. Αυτές που μελέτησα στα πλαίσια του μαθήματος Histoire de l’Art. Τις μοιράζομαι εδώ.