Τα Χαράγματα των Μαλακίων
Ο Φωκίων Νέγρης και η Σίφνος
Ο μικρομεγαλισμός των Σιφνίων όσον αφορά το πολυαγαπημένο τους νησί είναι γνωστός. Στην ευγενή προσπάθειά τους να αναδείξουν τα μοναδικά χαρακτηριστικά του καταφεύγουν σε εύπεπτα «τσιτάτα» αμφιβόλου και συνήθως αναπόδεικτης ισχύος, που πολλές φορές παραβιάζουν τα πραγματικά δεδομένα. Για παράδειγμα, τα «πρώτα στον κόσμο ορυχεία αργύρου», οι ξερολιθιές «ηλικίας 10000 ετών», οι «365 εκκλησιές» και άλλοι παρόμοιοι αστικοί μύθοι. Δεν θα υπήρχε πρόβλημα αν η συνεχής επανάληψη παρέμενε στο επίπεδο της ομφαλοσκόπησης, όμως στην εποχή του ίντερνετ, της wikipedia, του copy/paste και σύντομα της Τεχνητής Νοημοσύνης τείνει να προσλάβει χαρακτηριστικά επιδημίας fake μάρκετινγκ και αυτο-εκπληρούμενης ψευδο-προφητείας.
Από την άλλη, το πραγματικά μοναδικό απόθεμα της Σίφνου στην λαογραφική και θρησκευτική παράδοση, στην αρχιτεκτονική σοφία, στην φιλολογική γνώση αλλά και στα φυσικά χαρακτηριστικά του νησιού παραμένει αδιαφήμιστο και εν πολλοίς πλημμελώς τεκμηριωμένο. Το άρθρο αυτό θα γνωρίσει στους Σιφνιούς μια τελείως άγνωστη παράμετρο. Παρουσιάζεται για πρώτη φορά από τις σελίδες της φιλόξενης τοπικής εφημερίδας, και κυρίως «υπερηφάνως» διότι μοιάζει να έχει διαφύγει της προσοχής των σύγχρονων σοφών μελετητών του νησιού (Συμεωνίδης, Προμπονάς, Φιλιππάκης, Σταφυλοπάτης, Τρούλλος) εδώ και πάνω από 100 χρόνια. Με την επιφύλαξη και στον βαθμό τουλάχιστον που η έρευνά μου δεν μπόρεσε να εντοπίσει σχετικές αναφορές.
Κυψελιώτης γέννημα-θρέμα, ποτέ δεν ασχολήθηκα με το βιογραφικό του Φωκίωνα Νέγρη. Αφού τον τοποθέτησα κάπου ανάμεσα στους εθνικούς ευεργέτες (που τελικά δεν ήταν), συνέδεσα τον ιστορικό δρόμο της Αθήνας με τις παιδικές και εφηβικές μου μνήμες: Φαίδρα και Oriental (καφετέριες), Quinta (κλαμπ), Νέγκρο (σινέ), Γουέμπλεϋ (σφαιριστήριο), Παεζάνο (σπαγγετερία), Θράκα (εστιατόριο), Σπιτικό (φαστ) και σταματώ την ονοματολογία εδώ. Ουδέποτε υπήρξε κάποιος λόγος συσχέτισης του Φωκίωνα Νέγρη με την Σίφνο.
Μέχρι τώρα, οπότε ανακάλυψα αυτά που θα μοιραστώ μαζί σας. Διότι, έναν αιώνα πριν, στις αρχές του 20ου, ο ακαδημαϊκός Νέγρης ήταν αυτός που είχε φροντίσει να τοποθετήσει την Σίφνο στο διεθνές επίκεντρο της επιστημονικής γεωλογικής προσοχής. Και όχι για προσωπικούς κερδοσκοπικούς λόγους, που ίσως θα ήταν μια λογική επέκταση των δραστηριοτήτων του. Αλλά ξεχωρίζοντάς την από όλες τις άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπου η πολυσχιδής ζωή του και τα αναρίθμητα ταξίδια τον οδήγησαν να μελετήσει.
Μια τεράστια προσωπικότης, ο επονομαζόμενος και νέος «Φωκίων» της Ελλάδας, διετέλεσε Διευθυντής των μεταλλείων του Λαυρίου και άλλων μεταλλευτικών επιχειρήσεων στην Εύβοια, επανειλημμένα βουλευτής ΑττικοΒοιωτίας καθώς και υπουργός (Οικονομικών, Συγκοινωνιών και Εσωτερικών), εμπνευστής και κατασκευαστής δημόσιων έργων (όπως ο πρώτος σιδηρόδρομος Αθηνών-Λαυρεωτικής), Δήμαρχος Λαυρεωτικής και πρώτος Πρόεδρος της νεοσύστατης Ακαδημίας Αθηνών. Γαλλοτραφής και γαλλοσπούδαστος μεταλλειολόγος, μετά από μια επιτυχημένη επαγγελματική καρριέρα, αποφάσισε το 1900, σε ηλικία 60 ετών, να επιστρέψει στην πρώτη του αγάπη, την θεωρητική γεωλογία επί τη βάσει των παρατηρήσεων και των ευρημάτων του από τον τότε Ελλαδικό χώρο.
Ευτυχής απόφαση διότι σε αυτόν οφείλονται μια σειρά σημαντικών ανακαλύψεων και μελετών όπως καταποντισμένες αρχαίες πολιτείες σε πολλά μέρη της Ελλάδας (Δήλος, Λευκάδα, Κορινθία κ.ά. με πιο γνωστή αυτή στην Ελαφόνησο Λακωνίας), κρυσταλλο-σχιστολιθικά και τεκτονικά πετρώματα, απολιθώματα ή πρωτοποριακές γεωαρχαιολογικές υποθέσεις. Για παράδειγμα, θεωρείται ο πρώτος που υπολόγισε με ακρίβεια την ταχύτητα ανόδου των θαλασσίων υδάτων στα ιστορικά χρόνια (2,95μ. σε 3000 χρόνια).
Το δημοσιευμένο επιστημονικό έργο του παραμένει εν πολλοίς άγνωστο στο ευρύ Ελληνόφωνο κοινό και αυτό γιατί προτιμούσε να το κυκλοφορεί και να το ανακοινώνει σε διεθνή ακροατήρια και κυρίως στην Γαλλική Ακαδημία Επιστημών και την Γαλλική Γεωλογική Εταιρεία. Ανακοινώσεις προφανώς στα Γαλλικά, πράγμα που στέρησε τους μη-γαλλόφωνους συμπατριώτες του από την γνώση των συμπερασμάτων των μελετών του και περιώρισε αναλόγως το αναγνωστικό του κοινό.
Έτσι δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη που και τα ευρήματά του από την Σίφνο παρέμειναν ουσιαστικά στην αφάνεια μέχρι τώρα, εκτός βέβαια από τις κατά καιρούς έμμεσες αναφορές τρίτων στο έργο του. Στην αποχαιρετιστήρια νεκρολογία του από τον Κ. Ζέγγελη στην Ακαδημία Αθηνών (Πρακτικά έτους 1928, σελ. 3-8) συνάντησα κι εγώ μια τέτοια αναφορά, η οποία μου κίνησε την περιέργεια για την μετέπειτα σε βάθος έρευνα:
«… ανευρίσκει … εις ύψος επτακοσίων μέτρων εις Σίφνον, τας οπάς λιθοφάγων μαλακίων».
Τι νά’ναι τούτο πάλι άραγε; Έρευνα σε όλα τα ψηφιοποιημένα μου αρχεία εφημερίδων και βιβλίων για την Σίφνο, των «Σιφνιακών επετηρίδων» και της «Ιστορίας της Σίφνου» του Συμεωνίδη μη εξαιρουμένων, ουδέν απέδωσε σε πρώτη φάση. Ομοίως και στα διάφορα υπερ-λεπτομερή πονήματα των Προμπονά, Φιλιππάκη, Ματζουράνη και Τρούλλου. Αντίστοιχη απουσία από όλες τις εφημερίδες αλλά και τα πρακτικά των διαφόρων συνεδρίων και συμποσίων Σιφνιακού ενδιαφέροντος. Σαν να μην ασχολήθηκε καθόλου με την Σίφνο μια τέτοια προσωπικότητα της εποχής εκείνης.
Και όμως μια επίσκεψη δική του δεν θα μπορούσε να είχε περάσει απαρατήρητη απο την τότε τοπική εφημερίδα ΣΙΦΝΟΣ. Πράγματι, στο φύλλο της 29ης Ιουλίου 1907, το μισό πρωτοσέλιδο είναι αφιερωμένο στην εξύμνηση του άνδρα και της παρουσίας του στο νησί. Άρθρο που υπογράφεται «Ε.Γ.Α.», ήτοι «Εμμ. Γ. Ανδρόνικος», Σίφνιος διευθυντής της Γρωμαννείου Σχολής της Σερίφου, στο σπίτι του οποίου και φιλοξενήθηκε ο Νέγρης επί τριήμερο (22-25 Ιουλίου). Σκοπός της επίσκεψης «… η εξέτασις μερικών σημείων της ημετέρας νήσου και ιδίως παραλιακών, διαφωτιζόντων λίαν εις τας γεωλογικάς μελέτας περί Ελλάδος…». Την πληροφορία αντιγράφει 70 χρόνια αργότερα και η ΣΙΦΝΑΪΚΗ ΦΩΝΗ (Δεκ1977).
Άλλες τεχνικές πληροφορίες η εφημερίδα δεν μας δίδει, ο συγγραφέας του άρθρου περιορίζεται σε κολακευτικούς διθυράμβους για την διεθνούς βεληνεκούς επιστημοσύνη του επισκέπτη. Ούτε όμως θα υπάρξει και οποιαδήποτε μελλοντική αναφορά με κάποιο νεώτερο δημοσίευμα των τοπικών εφημερίδων ή κάπου αλλού, μέχρι ακόμη και σήμερα. Για να πληροφορηθούμε τα αποτελέσματα των ερευνών του Νέγρη στην Σίφνο, θα αναγκαστούμε να μελετήσουμε τις επιστημονικές δημοσιεύσεις του. Εκτυπωμένες μεν στην Ελλάδα, πλην όμως στα Γαλλικά και φυσικά στην αντίστοιχη γεωλογική ορολογία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον βαθμό δυσκολίας ανάλυσης.
Το κύριο γεωλογικό έργο του Νέγρη βρίσκεται αποτυπωμένο στο βιβλίο του με τίτλο στο πρωτότυπο “Roches Cristallophylliennes et Tectoniques de la Grèce“ (Κρυσταλλο-σχιστολιθικά και Τεκτονικά Πετρώματα της Ελλάδας), πρώτη έκδοση το 1915, δεύτερο παράρτημα επηυξημένο το 1919, τυπογραφείο Σακελλάριου στην Αθήνα. Μέχρι τότε, ήδη έχουν προηγηθεί 6 δικές του συναφείς επιστημονικές δημοσιεύσεις από το 1903. Όλες είναι στα Γαλλικά, ακόμη και η εισήγησή του περί Ατλαντίδος στο πρώτο παγκόσμιο Συνέδριο Αρχαιολογίας, που έγινε στην Αθήνα το 1905. Ιδιαίτερα δυσεύρετο βιβλίο αλλά άξιζε τον κόπο η αναζήτησή του. Και με μεγάλο πανελλήνιο επιστημονικό γεωλογικό ενδιαφέρον, πέρα και εκτός του στενού θέματος που μας απασχολεί εδώ.
Μέσα στις 500 σελίδες του μαζί με τα δύο συμπληρώματα-παραρτήματα, η Σίφνος έχει την τιμητική της και όχι απλώς μια κάποια επιφανειακή περαστική αναφορά, όπως θα περίμενε κανείς. Αναλυτικά τα γεωλογικά ευρήματά του από το νησί, απολιθωμένα παλαιοντολογικά κοράλια, θαλάσσια κοχύλια, φωτογραφίες πρωτοποριακές για την εποχή του (ρετουσαρισμένες και μη για άμεση συγκριτική αντιπαραβολή), πίνακες και σχεδιαγράμματα. Πραγματικά απροσδόκητη τέτοια βαρύτητα στις περιγραφές, εντυπωσιακή στις λεπτομέρειές της, τόσο που ήδη ξεκίνησα την μετάφραση των σχετικών με την Σίφνο αποσπασμάτων για μια μελλοντική μου παρουσίαση σε κάποιο θεματικό συνέδριο. Γιατί όμως ο Νέγρης αποδίδει τέτοια σημασία στα ευρήματά του από την Σίφνο; Αυτό οφείλεται στο ότι του χρησιμεύουν για να θεμελιώσει και να τεκμηριώσει τις παρεπόμενες θεωρητικές του απόψεις περί «Κατακλύσεως και Καταβυθίσεως της Αιγηίδος» και μάλιστα σε συγχρονισμό με την Ατλαντίδα.
Ο περιωρισμένος χώρος του άρθρου δεν επιτρέπει κάποια ανάλυση των ευρημάτων σε βάθος και έκταση. Θα προσπαθήσω όμως να δώσω το περίγραμμα των συμπερασμάτων του μέσα από τα λόγια του ίδιου του Νέγρη, όπως τα εντόπισα σε ένα πολύ ενδιαφέρον τεύχος του επιστημονικού περιοδικού ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ, έκδοση Μαρτίου 1918 (έτος ΙΘ’, τεύχος 3, σελ. 35) του Ελληνικού Πολυτεχνικού Συλλόγου. Όλο το τεύχος είναι αφιερωμένο στην ανακήρυξη του Φ. Νέγρη σε επίτιμο διδάκτορα της Φυσικο-Μαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Την εποχή εκείνη και για κάποιον τόσο προβεβλημένον όπως ο τιμώμενος, μέχρι και η Α.Μ. ο Βασιλεύς θα ήταν παρών τιμής ένεκεν. Όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις, έγιναν οι προσφωνήσεις όπου εκθειάζεται τό επιστημονικό έργο του διδάκτορα και ακολούθησε η ευχαριστήρια αντιφώνησή του. Από αυτήν, επιλέγω και αντιγράφω σε πολυτονικό το σχετικό απόσπασμα που μας αφορά:
« …Ἡ προχώρησις καί ἡ ὑποχώρησις τῆς θαλάσσης, περί ὧν ὡμίλουν πρό ὀλίγου, κατά τάς διαφόρους γεωλογικάς ἐποχάς, εἶναί τί σήμερον τό πᾶσι γνωστόν καί τό γενικῶς παραδεδεγμένον • ἀλλ’ αἱ τοιούτου εἴδους παρατηρήσεις δέν ἔφθανον, μέχρι πρό ὀλίγων χρόνων, εἰμή μόνον μέχρι τῆς πλειοκαίνου λεγομένης ἐποχῆς. Τά φαινόμενα τῆς εἰσβολῆς τῆς θαλάσσης ἀνά τάς Ἠπείρους, κατά τούς μᾶλλον προσφάτους χρόνους, καί δή κατά τήν τεταρτογενῆ ἐποχήν, ἤτοι τήν ἐποχήν τῆς ἐμφανίσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἦσαν ἀσαφέστατα. Οὕτω, λόγου χάριν, ὁ διάσημος Ed. Suess παριστᾷ κατά τήν ἐποχήν ταύτην τήν Ἑλλάδα ἡνωμένην μετά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας δι’ Ἠπείρου ἥν καί Αἰγηίδα ὠνόμασεν, βυθισθεῖσαν δ’ ὅλως τελευταίως, τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου Πελάγους παριστανουσῶν τά ἴχνη τῆς ἐξαφανισθείσης Ἠπείρου. Ὁποίαν δ’ ᾐσθάνθην ἔκπληξιν καί θαυμασμόν, ὅτε εἰς τήν κορυφήν τῆς Σίφνου, εἰς ὕψος 700, ὡς ἔγγιστα, μέτρων, ἐπί κρυσταλλωδῶν πετρωμάτων παλαιοτάτης ἐποχῆς, ἀνεῦρον πρόσφατα ἴχνη τῆς θαλάσσης, ἤτοι ὀπάς κατασκευασθείσας ὑπό τῶν λιθοφάγων μαλακίων, ἀποδεικνυούσας ὅτι καί αὐτή ἡ Αἰγηίς εἶχε προσφάτως κατακλυσθῇ πρό τῆς καταβυθίσεως αὑτῆς! Τό γεγονός τοῦτο ἀνεκοίνωσα εἰς τούς ἐν Εὐρώπη φίλους μου γεωλόγους, εὗρον δ’ αὐτούς κατ’ ἀρχάς δυσπιστοῦντας καί διστάζοντας νά παραδεχθῶσιν, ὅτι τά ἴχνη, ὅπερ ἀνέφερον ἦσαν ἀληθῶς ἴχνη θαλασσίων μαλακίων. Ἔσπευσα τότε νά ἀποκόψω ἀπό βράχον τῆς Σίφνου, φέροντα τά ἐν λόγῳ ἴχνη, ὀγκῶδες τεμάχιον, καί νά τό στείλω εἱς τούς δυσπιστοῦντας, οἵτινες ἀνεγνώρισαν ὅτι δέν ἐπλανήθην, καί ὅτι περί ἰχνῶν θαλάσσης προσφάτων ἐπρόκειτο, κατέθεσαν δέ τό τεμάχιον εἰς τό γεωλογικόν Μουσεῖον τῆς Σχολῆς τῶν Μεταλλείων τῶν Παρισίων.
Ἐπί τῇ βάσει δέ τῶν παρατηρήσεων τούτων, συνεπέρανα ὅτι, κατά τήν τεταρτογενῆ ἐποχήν ἔλαβε χώραν προχώρησις σπουδαιοτάτη τῆς θαλάσσης, μετά δέ ὑποχώρησις, ἐπίσης σπουδαία, ἥν ἠκολούθησε κατά τούς τελευταίους ὅλως χρόνους, ἐν μέρει καί ἱστορικούς, νέα προχώρησις, εἰς ἥν καί παριστάμεθα ἤδη, ὡς ἀποδεικνύουν οι κατακλυσθέντες χῶροι καί πόλεις τῆς ἀρχαιότητος, πέριξ τῆς Ἑλλάδος, καί ἐν γένει πέριξ τῆς Μεσογείου..»
Νομίζω πως αρχίζει και διαγράφεται η συλλογιστική του Νέγρη. Επτακόσια μέτρα υψόμετρο στην Σίφνο; Μάλλον στον Προφήτη Ηλία, στα 690μ., συνάντησε τα ευρήματά του. Πράγματι, αυτό πιστοποιεί στο βιβλίο του. Αλλά όχι μόνο. Και στον Αγιο Συμεώνα πάνω από τις Καμάρες. Και αλλού, εννοείται και παραθαλάσσια φυσικά: «…αποδεικνύεται δια των οπών των λιθοφάγων μαλακίων, αίτινες έμειναν ως ίχνη της θαλάσσης επί των κρυσταλλο-σχιστωδών πετρωμάτων των νήσων του Αρχιπελάγους, ιδίως της Σίφνου, από της σημερινής στάθμης της θαλάσσης μέχρι 700μ, ως έγγιστα». Στο βιβλίο του παρουσιάζει και την φωτογραφία του βράχου, που απέκοψε και απέστειλε στην Γαλλία και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πληροφορώντας μας πως η θέση αποκοπής του ήταν σε υψόμετρο 275μ.
Αλλά τα ευρήματα δεν σταματούν εδώ. Με βάση τον αριθμό των ευρημάτων του από την Σίφνο, είναι σχεδόν βέβαιο πως επισκέφθηκε το νησί περισσότερες από μία μόνο φορά.
Η λογική υπόθεσή μου πράγματι επιβεβαιώνεται από την πρωτογενή ιστορική έρευνα, αφού ο εξάδελφός μου Λ. Πάκας εντοπίζει στο οικογενειακό αρχείο μια παντελώς άγνωστη και αδημοσίευτη επιστολή με ημερομηνία 17/30 Σεπτεμβρίου 1914 σε επιστολόχαρτο της ”Mines de Capsalo” (η εταιρεία εκμετάλλευσης των μεταλλείων της Σίφνου). Με αυτήν, ο διευθύνων σύμβουλος Οδ. Κεραβριώτης ανακοινώνει την επικείμενη επίσκεψη του Νέγρη και παρακαλεί «να του παράσχητε πάσαν δυνατήν ευκολίαν και περιποίησιν» και «ζώον δια την εις Σίφνον άνοδόν του».
Έτσι, στο οροπέδιο του Αρτεμώνα, υψόμετρο 250μ, μέσα στο χώμα των αμπελιών σε βάθος 30-50 εκατοστών, ανακαλύπτει θαλάσσια κοχύλια. Τα συγκεντρώνει και αναγνωρίζονται επισήμως τουλάχιστον 7 είδη από αυτά. Επιπλέον βρίσκει στην Σίφνο (στην περιοχή του Αγ.Συμεώνα Καμαρών) παρόμοιες οπές από θαλάσσια μαλάκια και μάλιστα, σε μαλακό ασβεστολιθικό πέτρωμα μαζί με απολιθώματα «ελίκων» του υπο-γένους Levantina. Αυτό επιτρέπει και την περαιτέρω έμμεση χρονολόγηση της θεωρίας του περί κατακλύσεως της Αιγηίδος (όπως την παρουσιάζει στην Ακαδημία Αθηνών το 1927, λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του).
Αρκετά με τα γεωλογικά. Μετάφραση και εκλαΐκευση, επειγόντως. Αυτές, λοιπόν, οι ομοιόμορφες «τρύπες» που μια ζωή όλοι μας βλέπουμε στα βράχια κοντά στην θάλασσα ΔΕΝ είναι αποκλειστικό αποτέλεσμα φυσικών διεργασιών των στοιχείων της φύσης (νερό, αλάτι, πάγος, άνεμος, άμμος), ήτοι φατνιακών διαβρώσεων σε βάθος χρόνου. Προέρχονται από τις οπές (διαμέτρου 3 περίπου εκατοστών) που δημιούργησαν ζώντες οργανισμοί, τα λιθοφάγα μαλάκια, που κάποτε ζούσαν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Γεωλογικά φαινόμενα έφεραν τα βράχια στην επιφάνεια ή το νερό της θάλασσας καταβυθίστηκε (όπως είναι και το πιθανότερο) αποκαλύπτοντάς τα. Ή ένας συνδυασμός και των δύο.
Και αν μέχρι εδώ όλα φυσιολογικά και γνωστά στους επιστήμονες, το μοναδικά αξιοπερίεργο είναι ότι στην Σίφνο συναντούμε τα σημάδια αυτά και σε περιοχές μακριά από την θάλασσα, μέχρι και στις κορυφές των πιο ψηλών βουνών μας. Τα συναντούμε παντού γύρω μας. Αρκεί να τα προσέξουμε. Τώρα που γνωρίζουμε αποκτούν άλλη υπόσταση. Το ίδιο και ο ποιητικός χαρακτηρισμός του εθνικού μας ποιητή Αριστομένη Προβελέγγιου: “… Στέκουν θεώρατα γκρεμνά, μυριότρυπα και ζαρωμένα…” (“Θηρευτής Νεοσσών”, 1884).
Μικρή σημασία έχει αν η θεωρία της ηπειρωτικής Αιγηίδος υποστηρίζεται από τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα, αν οι οπές των λιθοφάγων μαλακίων είναι υπολείμματα παλαιότερων γεωλογικών εποχών (και όχι της τεταρτογενούς περιόδου του ανθρώπου) ή -σε τελευταία ανάλυση- κατά πόσο η χρονολόγηση των ευρημάτων συμβαδίζει με τις τρέχουσες γεωλογικές παραδοχές.
Σημασία έχει πως η Σίφνος και τα γεωλογικά χαράγματά της, των οποίων ο καθένας μπορεί να δει και να ψηλαφήσει τον «τύπον των ήλων», έχει σίγουρα απασχολήσει την διεθνή επιστημονική κοινότητα των γεωλόγων με την μοναδικότητά της. Και αυτό δεν είναι «μύθος». Αντίθετα, πρόκειται για άλλον ένα «εθνικό θησαυρό». Ειδικά μάλιστα που τα ευρήματα αυτά (σε συνδυασμό με πολλά άλλα) συντείνουν στο να καταρρίπτουν τα μυθεύματα περί ινδο-ευρωπαϊκής καταγωγής των Ελλήνων. Κι αυτή την φορά, συζήτηση περί «fake news», σαν εκείνη προ διετίας με το “χάραγμα του Γκητάκου” στον τοίχο του Χρυσόστομου, δεν χωρεί. Για την οποία, παρεμπιπτόντως, το θέμα δεν έχει ακόμη κλείσει.
Ας υποδείξουμε στους περιπατητές μας, κάθε εθνικότητας, την μοναδικότητα αυτών των εντυπωσιακά ομοιόμορφων οπών πάνω στα πετρώματα μας. Ας ανοίξουμε ένα διάλογο με τους νέους Σιφνιούς για την γεωλογική μοναδικότητα της Σίφνου. Είναι εξ ίσου μοναδική ευτυχής συγκυρία, αλλά και ευθύνη, που οι Γυμνασιάρχες μας (τέως και νυν) συμβαίνει να είναι Γεωλόγοι.
Σημείωση: Απαραίτητες οι ευχαριστίες προς την καθ. Άννα Χρυσογέλου-Κατσή για τις παρατηρήσεις της κατά την επιμέλεια του κειμένου του παρόντος, όπως και στον φίλο Γιώργο Ντοκόπουλο, χωρίς βέβαια να μεταβιβάζω μέρος της ευθύνης για οποιαδήποτε αβλεψία ή προσωπική κρίση.
© Αλκιβ. Ν. Λεμπέσης. Αύγουστος 2023
Εστάλη προς δημοσίευση …
Διαβάστε την δημοσίευση σε μορφή PDF
0 σχόλια