Search
Generic filters
Exact matches only
Search in title
Search in content
Search in excerpt
Filter by Custom Post Type
post
page
Downloads

Εκκρεμεί προσθήκη περιεχομένου (κείμενα, φωτο, έγγραφα).

Λευκής καυκάσιας φυλής, χρώμα μαλλιών καστανό σκούρο (και σίγουρα όχι μαύρο, όπως φαινόταν για πολλά χρόνια σε πρώτη εμφάνιση). Τριχοφυία προσώπου αραιή, σώματος ακόμη αραιότερη έως καθόλου. Εξελιγμένο ανθρώπινο είδος. Χρώμα οφθαλμών καστανό-μελί. Χρώμα δέρματος μεσογειακό με έντονη τάση για μαύρισμα λόγω περισσεύματος μελανοτονίνης. Σχήμα κεφαλής αρμονικό, προσώπου οωειδές. Κανονική οδοντοστοιχία μετά από συντηρητικές επεμβάσεις ρουτίνας. Όραση μειωμένη λόγω κληρονομικής μυωπίας κι από το πολύ διάβασμα (άλλη ένδειξη εξελιγμένου homo sapiens που δεν χρειάζεται να κοιτάζει στον ορίζοντα). Όσφρηση εξαιρετική σε αντιρρόπηση, ακοή ευαίσθητη και οξεία όταν δεν υπήρχαν μηχανικά προβλήματα στον ακουστικό πόρο, γεύση λεπτεπίλεπτη αλλά δευτερεύουσας σημασίας. Άκρα λεπτά και μακριά, τουλάχιστον όσον αφορά χέρια και πόδια. Σκελετός κανονικός προς το λεπτό, μυικό σύστημα κανονικό προς το ευαίσθητο. Κορμοστασιά με το ζόρι να δείχνει στιβαρή, ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερα καλός σε αθλητικές δραστηριότητες, το πιθανώτερο λόγω φυσικής οκνηρίας. Υγεία υπό έλεγχο στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου (και προσεύχομαι να παραμείνει έτσι μέχρι τέλους) χωρίς ιδιαίτερη φιλασθένεια.

Υψος σε πλήρη ανάπτυξη 181cm, βάρος διαχρονικά πάνω από το κανονικό μεταξύ 80 και 95 κιλών. Αυτό ακριβώς αποτελεί και την ψυχοαγχωτική εμμονή μου που υποβόσκει καθημερινά σε βάθος χρόνου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου: η διατήρηση και βελτίωση του βάρους μου μέσα σε περιθώρια υγείας. Πάντως, για να αποτυγχάνω στον στόχο αυτό σε επαναλαμβανόμενη βάση (με εξαίρεση κάποιες περιόδους ευεξίας), μάλλον δεν θα το θέλω και τόσο πολύ ή δεν θα το αφήνω να μείνει για ικανοποιητικό χρόνο στην κορυφή των προτεραιοτήτων μου. Αλλιώς δεν εξηγείται με βάση τα γενικώτερα “πιστεύω” μου όσον αφορά την εσωτερική δύναμη της θέλησης, που την έχω επανειλημμένα ελέγξει σχετικά με τις εν γένει εξαρτήσεις (vices) π.χ. κάπνισμα, αλκοόλ, ναρκωτικά, στοιχηματισμός, σεξ, χαρτοπαιξία κλπ. Κι αν δεν είναι φτερά αγγέλου αυτά τα εξογκώματα που νοιώθω να φυτρώνουν στην πλάτη μου, θα πρέπει μάλλον να πάω να το κοιτάξω. Διότι όπως κάποτε έλεγε θυμοσοφικά ο Δάσκαλος, ο μέντοράς μου καθηγητής Δημ. Δικαίου Χατζηδίνας, “όλα τα ωραία πράγματα στην ζωή ή είναι αμαρτωλά ή παχαίνουν“.

Υπάρχουν ωρισμένες ιστορίες της παιδικής μου ηλικίας σχετικά με την υγεία μου, αδιάφορες για τους πολλούς, που όμως διαμόρφωσαν την προσωπικότητά μου ή επηρέασαν έμμεσα την υγεία μου σε βάθος χρόνου. Έτσι κρίνω πως θα πρέπει να τις διηγηθώ.

Δεν έχω καταλήξει αν οι ανακουφιστικές ζεστές κομπρέσσες που ετοίμαζαν και έβαζαν οι γονείς μου στην κοιλιά μου ήσαν λόγω των συνηθισμένων κοιλόπονων των μικρών παιδιών ή εξ αιτίας μιας γενετικής ευαισθησίας, όπως υποψιάζομαι στο πέρασμα του χρόνου. Πρέπει όμως να καταγράψω την ιδιαίτερη μέθοδο προετοιμασίας αυτών των κομπρεσσών, μια που πλέον μοιάζουν να χάνονται στην λήθη σαν εκείνες τις θαυματουργές βεντούζες, που ποτέ δεν γνώρισα. Παίρνουμε δύο πιάτα ιδίας περίπου διαμέτρου, ένα βαθύ και ένα ρηχό. Στο βαθύ βάζουμε ένα μεγάλο κομμάτι βαμβάκι ή μια μικρή παλιά πετσέτα, εμβαπτισμένα σε πράσινο φωτιστικό οινόπνευμα. Το ανάβουμε (φωτιά κανονική) για λίγα δευτερόλεπτα και μετά το σκεπάζουμε με το ρηχό πιάτο. Η έλλειψη οξυγόνου σβήνει την φωτιά ακαριαία κι εμείς πια έχουμε έτοιμη μια ζεστή κομπρέσσα. Απλό και σίγουρα αποτελεσματικό.

Μια τέτοια ιστορία είναι και η πρώτη επίσκεψη σε οδοντογιατρό. Θα πρέπει να ήμουν κοντά 6 χρονών, όταν ο παππούς μου με πήρε με το λεωφορείο και πήγαμε στο Κολωνάκι (Μέρλιν 3), όπου είχε το ιατρείο του ο πανάκριβος και ακριβοθώρητος οικογενειακός οδοντογιατρός Νικολαϊδης. Χρειαζόμουν σφράγισμα σε ένα κάτω δεξιά τραπεζίτη. Με ρώτησε αθώα “αν ξέρω να μετράω ως το εκατό”. Φυσικά και ήξερα. “Για να δούμε –λέει– αν ξέρεις να μετράς και με ανοιχτό το στόμα“. Ανοίγω το στόμα κι αρχίζω να μετράω. Μου καλύπτει το πρόσωπο με μια γάζα και -ενόσω εγώ μετράω- με ψεκάζει με χλωροφόρμιο. Ακόμη θυμάμαι την δροσερή αίσθηση πνιγμού. Όταν ξύπνησα, είχα στο στόμα μου το πρώτο προσωρινό σφράγισμα, που βέβαια το έβγαλα με την γλώσσα μου στο λεωφορείο της επιστροφής.

Προφανώς, μετά την εμπειρία αυτή, η επόμενη φορά που πήγα σε οδοντίατρο ήταν μετά από αρκετά χρόνια όταν αναγκαστικά έκανα την πρώτη εξαγωγή. Και επειδή η τερηδόνα πηγαίνει αλυσσίδα, αυτό συνεχίστηκε για τον επόμενο καιρό έτσι ώστε μέχρι τα 20 μου να είχα αφαιρέσει ήδη τρεις τραπεζίτες. Παρ΄ όλο που η μητέρα μου με έπαιρνε τακτικά από το χέρι και πηγαίναμε με το ζόρι σε μια προσεκτική οδοντίατρο της γειτονιάς στο τέλος της οδού Αγρινίου. Αυτή βέβαια κάπως με ηρέμησε αλλά και πάλι μου είχε δημιουργηθεί η πεποίθηση πως δεν θα τα πάμε καλά με τα δόντια μου. Είχα μάλιστα συμβιβαστεί με την ιδέα πως σε νεαρή σχετικά ηλικία θα φορούσα τεχνητή οδοντοστοιχία λόγω της “ποιότητας” (όπως άδικα θεωρούσα) των δοντιών μου.

Μέχρι που στην δεκαετία του 80 γνώρισα τον Δημήτρη Σβορώνο, με ιατρείο πάνω στην πλατεία Κυψέλης. Αυτός μου επανέφερε την εμπιστοσύνη και την τακτικότητα στην στοματική υγεινή. Με περιποιόταν για πολλά χρόνια, πανάκριβος αλλά λεπτολόγος. Ίσως λόγω του ότι όταν αποφοίτησε από την Λεόντειο, η κλίση του ήταν στην γλυπτική που βρήκε διέξοδο στην ορθοδοντική. Ό,ποτε αμέλησα την στοματική υγιεινή, τα δυσάρεστα αποτελέσματα ήρθαν πλησίστια.

Ένα άλλο αξιομνημόνευτο οδοντιατρικό περιστατικό έγινε στο Κάϊρο το 1979. Ήμουν εκεί για μια βδομάδα σε ένα παγκόσμιο συνέδριο του ΟΗΕ για τα Τρόφιμα. Επίσημη κρατική αποστολή της Ελλάδας, μέναμε σε ένα κυριλέ ξενοδοχείο (με τα ποντικάκια του) δίπλα στην Προεδρική κατοικία. Αλλά εμένα με τρέλλαινε ο πονόδοντος στο …. Αδύνατον να αντέξω τέτοιο πόνο και αϋπνία. Επικοινώνησα με την θεία μου την Χλόη Ρωμάνου, που αυτή και ο αδελφός της Νανάκος ζούσαν από πάντα στην Αίγυπτο και εργαζόντουσαν στην Ελληνική Πρεσβεία. “Κανένα πρόβλημα. Θα σε πάμε στον δικό μας οδοντίατρο. Πολύ καλός και Γερμανός επιστήμονας“. Πράγματι, με οδηγούν σε μια συνηθισμένη βρωμερή συνοικία, σε μια παλιά πολυκατοικία. Ανεβαίνουμε την βρωμερή σκάλα και έξω από μια πόρτα σε ένα σκοτεινό διάδρομο, βλέπω την πινακίδα του Γερμανού οδοντιάτρου. Με είχαν ήδη ζώσει τα φίδια αλλά ο πόνος ήταν τέτοιος που δεν είχα πισωγυρισμό. Μπαίνω μέσα και συνεχίζεται η ίδια κατάσταση καθαριότητας με αυτή του δρόμου. Κάθομαι στην καρέκλα και έρχεται … ο “Μένγκελε”.

Φαλακρός, αδύνατος, στρογγυλοπρόσωπος με στρογγυλά γυαλάκια. Είμαι ακόμη σίγουρος πως είχε ξεμείνει εκεί μετά τον Β’ ΠΠ, εάν δεν είχε διαφύγει από πειράματα σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ελέγχει το στόμα μου με εργαλεία κοινής χρήσης (σιγά μην είχε κλίβανο) και αποφαίνεται “απονεύρωση”. Ξεκινά η διαδικασία με τοπική αναισθησία και ήταν ξεκάθαρο πως το απολάμβανε. Πάνω από την καρέκλα υπήρχε ένα πολύφωτο από όπου ήταν κρεμασμένη μια αυτοκόλλητη ταινία, αποτελεσματική παγίδα για τις μύγες. Είχε και ένα ντόπιο δούλο δίπλα του, σαν αυτούς που έβλεπα στο Αστερίξ να χτίζουν τις πυραμίδες. Από τον βοηθό αυτόν ζητούσε επιτακτικά τα εργαλεία που είχε ήδη ακριβώς δίπλα στο χέρι του. Σύριγγα! Νυστέρι! Τανάλια! Κατσαβίδι! Κάπως σαν τις τόσες ταινίες που είχα δει με χειρουργεία και θαλάμους πειραμάτων. Κάποτε ολοκληρώθηκε η διαδικασία, ο πόνος μαλάκωσε βαθμιαία κι εγώ προσευχόμουν να μην έχω κολλήσει κάποια ντόπια αρρώστεια του Νείλου. Περιττό να πούμε πως ο συγκεκριμένος γομφίος χρειάστηκε να αφαιρεθεί μετά από καμμιά δεκαετία αφού μέσα σε μια ρίζα είχε ξεχαστεί ένα σπασμένο μεταλλικό κομμάτι της ειδικής βελόνας.

Μπορεί βέβαια η εξαγωγή των 4 γομφίων στο διάβα του χρόνου να με στέρησε από 4 σημαντικά δόντια και να με έβαλε σε νέες περιπέτειες, είχε και όμως ένα καλό. Δημιουργήθηκε ο απαραίτητος χώρος, στα 3 από αυτά, για να έλθουν στην θέση τους τα διπλανά δόντια επιτρέποντας έτσι στους 4 φρονιμίτες να ανατείλουν χωρίς εμπόδια.

Μια ακόμη ιστορία που με σφράγισε ανεξίτηλα στα 7 περίπου χρόνια μου. Στην γωνία Ρόδου και Μ.Βόδα υπήρχε μια ΕΒΓΑ και η γνωστή στη γειτονιά ταβέρνα ΚΡΑΝΑΗ. Ένα μεσημέρι με στέλνει ο πατέρας μου να φέρω ένα μπουκάλι κρασί ρετσίνα επιστρέφοντας το άδειο γυάλινο μπουκάλι. Μπερδεύομαι σε μια μεταλλική σχάρα στο πεζοδρόμιο, πέφτω, δεν αφήνω το μπουκάλι από τα χέρια μου, σπάει και μου κόβει τη δεξιά παλάμη στην βάση του αντίχειρα. Μέσα στα αίματα που είχαν ήδη βάψει και τον κίτρινο τοίχο στην γωνία του δρόμου, επιστρέφω σπίτι, πλύσιμο στον νιπτήρα. Κόψιμο 2×1 εκατοστά αλλά και βαθύ, περίπου 1 εκατοστό. Γρήγορα στο φαρμακείο της γειτονιάς και από εκεί στο Πρώτων Βοηθειών στις αρχές της 3ης Σεπτεμβρίου. Μπορεί η αιμορραγία να είχε σταματήσει με την τοποθέτηση καπνού από τσιγάρο αλλά σε κάθε μέρος που πήγαινα, έπρεπε να σηκώσουν το δέρμα, να ανοίξουν την πληγή, να βάλουν αντισηπτικά και να ελέγξουν οπτικά μήπως υπήρχαν υπολείμματα σπασμένου γυαλιού στο εσωτερικό. Μαζί με το δέρμα σηκωνόταν κι ενα κομμάτι κρέας. Την είχα γλυτώσει σχετικά φτηνά αλλά όχι χωρίς αντίτιμο.

Πόνος πολύς αλλά ακόμη είμασταν στην αρχή. Γραμμή για το νοσοκομείο Παίδων με άλλο ταξί. Νέος έλεγχος, καθαρό το τραύμα αλλά πρέπει να το ράψουμε. “Πολύ ωραία, ας προχωρήσουμε” λέει ο πατέρας μου. “Α, δεν γίνεται, δεν έχουμε γιατρό εφημερίας, πρέπει να γίνει εισαγωγή στο νοσοκομείο και να μείνει μέσα ένα βράδυ”. Καβγάς τρικούβερτος, έρχεται ένα τομάρι γιατρός (κακή του ώρα και σκατά στον τάφο του), ζοχαδιασμένος που του διακόψαμε το ραχάτι. Με βάζουν σε ένα χειρουργικό κρεββάτι, οι γονείς μου απ΄έξω, δυό νοσοκόμες, η μία να μου κρατάει το κεφάλι να μην βλέπω και… με ράβουν χωρίς οποιαδήποτε τοπική αναισθησία! Στα ίσα και ζωντανά, έτσι ακριβώς όπως τώρα που πληκτρολογώ. Τρεις περασιές της βελόνας. Οι κραυγές μου θα πρέπει να σήκωσαν το νοσοκομείο στο πόδι. Σε κάποια στιγμή, ο πόνος σταμάτησε, στρέφω το κεφάλι και βλέπω την γυριστή σακοράφα με το χειρουργικό ράμα μέσα στο κρέας μου να περιμένει τον γιατρό κάτι να φέρει. Επιστρέφει το καθήκι αυτό (που είχε δώσει και Ιπποκράτειο όρκο), ολοκληρώνει την κοπτοραπτική, με παραδίδει στους γονείς μου και εξαφανίζεται.

Όλα αυτά σε ένα αγοράκι 6 ετών στο κεντρικό Νοσοκομείο Παίδων της Πρωτεύουσας της Ελλάδας στα μέσα της δεκαετίας του 60. Αναζήτησα τον αλητήριο αυτόν μετά από πολλά χρόνια αλλά δεν βρήκα το περιστατικό γραμμένο στα αρχεία των εξωτερικών ιατρείων. Εγώ όμως έχω το παράσημο στο δεξί μου χέρι για πάντα εις ανάμνηση.

Παρ΄όλα αυτά, η εμπειρία μου αυτή από το Νοσοκομείο Παίδων με σκληραγώγησε στον πόνο. Χρήσιμο γιατί σχεδόν κάθε χρόνο έπρεπε να κάνω ένα πέρασμα από εκεί. Μια για εξαγωγή αμυγδαλών, μια για εξαγωγή σκωληκοειδούς απόφυσης, μια για καμμιά διάσειση, μια για ανοιγμένο κεφάλι, μια για κανένα τσιμπιδάκι στην γάμπα από μικρο-ατύχημα όταν παίζαμε μπάλλα στο δρόμο μέσα στα αυτοκίνητα. Δεν ήμουν και ο πλέον ήσυχος άλλωστε στην τάξη μου. Τίποτα σοβαρό, ευτυχώς, δεν έτυχε μέχρι τώρα κάποιος σοβαρός τραυματισμός ή κάταγμα μέχρι σήμερα. Προσεύχομαι να συνεχίσει η Παναγία να με προστατεύει…

Μεγάλο μειονέκτημα της υγείας μου ήταν ανέκαθεν η κληρονομική μυωπία. Από τα μέσα περίπου του Δημοτικού ξεκίνησα να φοράω γυαλιά. Με γερό κοκκάλινο σκελετό, που άλλαζε σχεδόν κάθε δύο χρόνια, με συνταγή του ΙΚΑ. Αλλωστε δεν άξιζε να αγοραστεί πιο μοδάτος σκελετός γυαλιών, αφού κάθε λίγους μήνες κολλούσαμε ή αλλάζαμε τους βραχίονες λόγω διαπληκτισμών στο σχολείο. Μεγάλο το άγχος υπό το βάρος ενοχών για την διαγωγή μου λόγω της περιωρισμένης οικονομικής κατάστασης των γονιών μου. Σίγουρα είμασταν από τους καλούς πελάτες του καταστήματος οπτικών ΜΙΚΑΪΤΣ στην γωνία Γ’ Σεπτεμβρίου και Βερανζέρου στα Χαυτεία. Παράλληλα, η μυωπία μεγάλωνε λόγω μελέτης και έπρεπε οι φακοί να αντικαθίστανται τακτικά. Φακοί με ειδική αντιθραυστική επένδυση που τους έκανε ακόμη παχύτερους. Και ακριβώτερους. Αλλά και τα παιδιά στο σχολείο -όπως γίνεται πάντα- δεν είχαν και τον καλύτερο λόγο για τους “γυαλάκιες” της τάξης. Οπότε έπρεπε κάπως να ισοβαθμίσω τον ισολογισμό των λογαριασμών μαζί τους… Κι ας μας χτύπαγε την πόρτα με διαμαρτυρίες η γειτόνισσα, η μητέρα του Σχολίδη.

Έφτασα να έχω μυωπία -7 βαθμούς σε κάθε μάτι. Απελευθερώθηκα από τα γυαλιά, όταν βγήκαν οι μαλακοί φακοί επαφής που τους δοκίμασα στον Calgary του Καναδά το 1980 σε ηλικία 22 ετών. Μεγάλη υπόθεση αλλά και καθημερινή ταλαιπωρία για 10 χρόνια, πάντα με το άγχος μιας σωστής υγιεινής και την διαδικασία πρωί-βράδυ. Όμως, μπρος στα κάλλη, τι είναι ο πόνος…

Ο πατέρας μου είχε ιδιαίτερη ευαισθησία με τα θέματα υγείας των παιδιών του. Έτσι, όταν άκουσε πως ψαχνόμουν να τραβηχτώ μέχρι και στην Μόσχα μέσω του νονού μου Πέτρου Καλλιγαρίδη (με καλές κομματικές επαφές στην ΕΣΣΔ) για τις εγχειρήσεις αφαίρεσης μυωπίας του Φιοντόροφ, το σημείωσε. Και έφθασε το πλήρωμα του χρόνου το 1990, όταν πληροφορήθηκε μέσω ενός γνωστού του πως κάποιος γιατρός στο Φάληρο είχε ξεκινήσει και στην Ελλάδα την τεχνική ακτινοειδούς κερατομής. Μαζί τον επισκεφθήκαμε αρκετές φορές, μάς έπεισε πως κατέχει το αντικείμενο και πήραμε την απόφαση με χρηματοδότηση του πατέρα μου.

Σε δύο φάσεις, ο Στέφανος Οικονόμου αφαίρεσε μυωπία 7 βαθμών από κάθε μάτι διαδοχικά με πλήρη επιτυχία που διήρκεσε πάνω από 20 χρόνια και ακόμη απολαμβάνω. Καλή του ώρα του γιατρού αυτού διότι από τα χέρια του ξανα-γεννήθηκα! Και γράφω “από τα χέρια του” διότι η κερατοτομή δεν γίνεται με laser και αυτόματα μηχανήματα σε λίγα δευτερόλεπτα. Αλλά με χειρουργικό νυστέρι, τοπική αναισθησία σε χειρουργικό θάλαμο και με το σταθερό χέρι του γιατρού που καλείται να κάνει 10 ακτινοειδείς τομές σε κάθε μάτι. Και με την συνεργασία του ασθενή βέβαια, που δεν πρέπει να κουνήσει το μάτι του κατά την διάρκεια της επέμβασης. Εύκολο να το λες αλλά δύσκολο να το κάνεις, ειδικά όταν περάσει η επίρροια της τοπικής αναισθησίας ενόσω ακόμη εξελίσσεται η εγχείρηση. Και αφού δεν μπορεί να ανανεωθεί, δυό νυστεριές (στην περίπτωσή μου) έγιναν με ζωντανό πόνο. Για αυτό και λίγο στραβές…

Είκοσι χρόνια αργότερα ο φακός του ματιού αλλοιώθηκε και επιστρέψαμε το 2010 στον Οικονόμου για αφαίρεση υπερμετρωπίας, αυτή την φορά με τεχνική lasik, αφού εν τω μεταξύ η εξέλιξη της διορθωτικής τεχνολογίας ήταν ραγδαία. Ακολούθησε η ταχεία ανάπτυξη πρεσβυωπίας λόγω ηλικίας πλέον αλλά και του ότι κάθομαι πολλές ώρες στον υπολογιστή για να πληκτρολογήσω κείμενα σαν αυτά που διαβάζετε. Τώρα αναμένω είτε την εξέλιξη της τεχνολογίας για την διόρθωση της πρεσβυωπίας (χλωμό), είτε τον γεροντικό “καταρράκτη” για να αντικαταστήσω τους οφθαλμικούς φακούς με νέα βιονική όραση.

Παράπλευρο φυσιολογικό αποτέλεσμα της μεγάλης μυωπίας ήταν η ανάπτυξη ευαίσθητης όσφρησης και ακοής, που τα θεωρούσα πάντοτε δεδομένα. Έτσι, ήταν μεγάλη έκπληξη όταν τον Αύγουστο του 1990 επέστρεψα από τις καλοκαιρινές διακοπές εκείνης της έντονης χρονιάς, με βουλωμένο το δεξί αυτί από την θάλασσα. Περίμενα πως σε λίγες μέρες θα ξεβούλωνε και, όταν αυτό δεν έγινε, επισκέφθηκα το ΩΡΛ της Παμμακαρίστου στα Κ. Πατήσια για καθαρισμό. Εκεί ανακάλυψα μέσα από τις έντονες εκφράσεις εντυπωσιασμού 4 διαδοχικά γιατρών πως είχα σοβαρές εξοστώσεις και στα δύο αυτιά. Οι εξοστώσεις αναπτύσσονται συνήθως στους δύτες και τους σέρφερ για αυτό-προστασία της ακοής τους. Σε μένα όμως γιατί; Δεν ήμουν τίποτα απο αυτά. Μήπως τις είχα εκ γενετής; Λες να είχε δόση αλήθειας όταν λένε “η μαλακία κουφαίνει”; Ίσως από την υψηλή ένταση μουσικής για πολλά χρόνια; Η γνωμάτευση του διευθυντή της κλινικής πάντως ήταν αφαίρεση με επέμβαση.

Την ίδια εβδομάδα, θα φεύγαμε με τον Μπάμπη οδικώς για μια τουρνέ σε Θεσ/νίκη και Χαλκιδική. Ιδέα! Δεν πάμε μέχρι την Σόφια, όπου έχουν φήμη για καλούς ΩΡΛ; Έτσι κι έγινε. Πήραμε το λεωφορείο, πήγαμε Σόφια, μας περίμενε ξεναγός, μας πήγε σε ειδική κλινική όπου ο συμπαθέστατος ηλικιωμένος Βούλγαρος γιατρός επιβεβαίωσε (σε άπταιστα ελληνικά) πως η εγχείριση ήταν μονόδρομος. Επειδή όμως η τεχνολογία του τότε σήμαινε πολύ ταλαιπωρία και 7 μέρες παραμονή σε νοσοκομείο για το κάθε αυτί, μάς συνέστησε να την κάνουμε στην Ελλάδα. Πριν φύγουμε, φρόντισε και να μου ανοίξει (μετά από ένα μήνα) τον προσωρινά φραγμένο ακουστικό πόρο, εκεί που είχαν ήδη αποτύχει 6 γιατροί στην Ελλάδα -του δημοσίου αλλά και πανάκριβοι στο Κολωνάκι.

Για όσο καιρό δεν κολυμπούσα, η ακοή μου ήταν οξύτατη και με τέλειο ακουόγραμμα. Μόλις ξεκινούσαν τα μπάνια στην θάλασσα, κάποιο από τα αυτιά μου θα βούλωνε για 3-4 βδομάδες κι εγώ θα βυθιζόμουν στην εριστική κακοδιάθεση. Μονόπλευρη απώλεια ακοής εξωτερικών ερεθισμάτων σημαίνει και απώλεια ισορροπίας, δυσκολία υπολογισμού αποστάσεων, ζημιές, ευερεθιστότητα και πρακτικά καθημερινά προβλήματα. Όμως η περιγραφή και μόνο της εγχειρητικής διαδικασίας ήταν αρκετή για να με αποτρέπει τουλάχιστον για μια δεκαετία.

Μόνη μου λύση το θαυματουργό Bactroban. Κι αυτό το ανακάλυψα γύρω στο 1998, όταν ήμουν στο Κίεβο για δουλειές και με το ένα αυτί κλειστό για πάνω από ένα μήνα. Απορώ πως κρατιόμουν να μην εκραγώ από τον εκνευρισμό. Ο καλός μου φίλος Sergei Poletaev με την γυναίκα του Marina μού προτείνουν να επισκεφθώ το τοπικό δημόσιο νοσοκομείο. Χωρίς πολλές ελπίδες αλλά στην απόγνωση δέχομαι και πάω. Με εξετάζει ένα γιατρουδάκι που έτυχε να είναι στην βάρδια. Φυσικά προτείνει εγχείριση σαν μόνιμη λύση αλλά προσωρινά μου γεμίζει τον ακουστικό πόρο με μια αλοιφή, το σφραγίζει με ένα πανάκι και μου λέει πως “σε 72 ώρες, θα ανοίξει“. Έφυγα όπως πήγα, απογοητευμένος. Έλα όμως που ακριβώς στις 72 ώρες αρχίζω και παίρνω μηνύματα ακοής… Όχι σε 71 ώρες, ούτε σε 73. Ακριβώς όπως το είχε προβλέψει άνοιξε η ακοή μου μετά από έναν ολόκληρο βασανιστικό μήνα. Ούτε τηλεκοντρόλ να είχε!

Από την χαρά μου ξέχασα να τον ρωτήσω την μέθοδο του γιατρού, που την έμαθα το επόμενο καλοκαίρι μέσω της Marina και με ένα ευχαριστήριο μπουκάλι METAXA προς τον “ήρωά” μου. Από τότε έζησα πολλά καλοκαίρια με το θαυματουργό Bactroban. Στο ενδιάμεσο, οι εξοστώσεις φαίνεται πως μεγάλωναν και στα δύο αυτιά. Κάποια στιγμή το 2003 αναγκάστηκα να αποχωρήσω ακόμη και από μια σημαντική επαγγελματική συνάντηση στην INFORM-Λύκος λόγω αδυναμίας συμμετοχής και με τα δύο αυτιά βουλωμένα. Μέχρι τότε είχα δοκιμάσει όλες τις πιθανές και απίθανες λύσεις για να εμποδίζω το θαλασσινό νερό από του να μπαίνει στα αυτιά μου. Ωτοασπίδες όλων των ειδών, κουκούλες όλων των ειδών, ειδικές για μωρά, ειδικές για αθλητές. Αρκούσαν όμως λίγες σταγόνες αλατόνερου για να με φέρουν στην γνωστή κατάσταση οριακού εκνευρισμού. Η προσωρινή λύση βρέθηκε από την Αμερική. Εκεί, μια εταιρεία κάπου στο Oregon κατασκευάζει ειδικές ωτοασπίδες στα μέτρα σου, ειδικά γι αυτούς που υποφέρουν από surfer’s ear. Με 150 δολλάρια, στέλνουν ένα ειδικό εποξικό υλικό δύο συστατικών που τα αναμειγνύεις και φτιάχνεις καλούπι από το εσωτερικό κάθε αυτιού. Τους τα στέλνεις και σου επιστρέφουν δύο ειδικές ωτοασπίδες που εφαρμόζουν άριστα μόνο στα δικά σου αυτιά. Μπόρεσα έτσι να ευχαριστηθώ την ζωή στην Βούλα, δίπλα στη θάλασσα, κολυμπώντας καθημερινά για κάμποσα χρόνια, ακόμη και τον χειμώνα.

Το 2012 επισκέφτηκα στο ιατρείο του στους Αμπελοκήπους τον καθηγητή ΩΡΛ Γ. Παπάζογλου για λόγους άσχετους. Παρεπιπτόντως κοίταξε και το θέμα με τις εξοστώσεις. Χωρίς πίεση, μού εξήγησε τους πιθανούς κινδύνους επιμόλυνσης και μού συνέστησε την εγχειρητική αφαίρεση. Η τεχνολογία μικρο-χειρουργικής που την παρακολουθούσα τακτικά μέσα από επισκέψεις σε διάφορους γιατρούς είχε ήδη εξελιχθεί. Έτσι πήρα την μεγάλη απόφαση. Δύο χρόνια αργότερα, έκανα ημερήσια εισαγωγή στο ΕΡΡΙΚΟΣ ΝΤΥΝΑΝ τα Χριστούγεννα του 2014. Κανονικό χειρουργείο με πλήρη νάρκωση και μικρο-χειρουργική αφαίρεση εξοστώσεων από το δεξί αυτί. Εκεί ανακαλύψαμε πως -περιέργως στα ιατρικά χρονικά- οι εξοστώσεις είχαν εξελιχθεί και προς το εσωτερικό και απειλούσαν ακόμη και την ζωή μου σε βάθος χρόνου με διάτρηση του προστατευτικού υμένα του εγκεφάλου. Τον επόμενο Δεκέμβριο, πάλι τα Χριστούγεννα (που -σημειωτέον- ανέκαθεν συχαίνομαι λόγω εμπορευματοποίησης) προχωρήσαμε και στην επέμβαση στο αριστερό αυτί. Τέλος καλό και η Παναγία να ευλογεί τον ιατρό Γιώργο Παπάζογλου που τον έφερε στο διάβα μου.