Ένας Λησμονημένος Πυρπολητής
Ένα ποίημα του Προβελέγγιου για τον Προβελέγγιο;
Το θέμα αυτό παρουσιάστηκε δημόσια την Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024 στο “Σπίτι της Σίφνου” στην Αθήνα (οδ. Ιθάκης 24), ως μέρος επετειακής εκδήλωσης που διοργανώθηκε από τον Σύνδεσμο Σιφνίων και την Αδελφότητα Ψαριανών για τα 200 χρόνια από το ολοκαύτωμα των ηρωικών Ψαρών. Η σχετική ομώνυμη ομιλία είναι ανηρτημένη στο YouTube. Περισσότερες λεπτομέρειες, φωτο-ρεπορτάζ και βίντεο της εκδήλωσης στο τέλος της σελίδας.
Είχα πια ολοκληρώσει την εργασία μου με θέμα «Εξόριστος στην Σίφνο, Αναμνήσεις του Γάλλου φιλέλληνα J.P.P. Jourdain την εποχή της Εθνεγερσίας» (δημοσιεύτηκε πρόσφατα στα Πρακτικά του Δ’ Κυκλαδολογικού Συνεδρίου, Τήνος 2021, Ετ. Κυκλ. Μελετών, τόμος Α’, σ. 239-260), όταν έπεσα πάνω σε ορισμένα νέα στοιχεία.
Πέρα από την ανθρωπιστική συνεισφορά του φιλέλληνα αυτού προς την Σίφνο και τα διάφορα γεγονότα κατά την παρουσία του στην Ελλάδα μεταξύ 1822-1827 (όπως τα περιγράφει στο δίτομο έργο του «Απομνημονεύματα» εκδ. 1828), με είχε απασχολήσει και η πρακτική συμμετοχή του στα πολεμικά γεγονότα του ΕθνικοΑπελευθερωτικού Αγώνα. Γνωρίζαμε ήδη μέσα από την πολιτική εμπλοκή του (μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στην Σύνοδο της Βερόνας, διαπραγματεύσεις με το Τάγμα των Ναϊτών Ιπποτών, εισαγωγή Γαλλικού εμπορικού κώδικα κ.α.) πως δεν ήταν ένας συνηθισμένος φιλέλληνας. Ένας μπαρουτοκαπνισμένος και πολυ-παρασημοφορημένος Γάλλος Αντιπλοίαρχος (Κυβερνήτης Φρεγάτας) σαν αυτόν δεν θα μπορούσε να μην είχε εμπλακεί ενεργά και στα στρατιωτικά γεγονότα, αφού περιέγραψε με την πέννα του σημαντικές στιγμές της Επανάστασης από «πρώτο χέρι». Παρεκτός από τις δικές του μαρτυρίες, αποδεικτικές αναφορές τρίτων για την πολεμική του συνεισφορά δεν είχαμε όμως.
Ήταν το κεφάλαιο το σχετικό με τα μετασκευασμένα πυρπολικά στην «Ελληνική Επανάσταση του 1821» του Σ. Καργάκου (RealNews, μέρος Α’, σελ. 174) που προσέλκυσε αρχικά την προσοχή μου. Τα πυρπολικά (ή μπουρλότα ή ηφαίστεια) ανέκαθεν εξήπταν την φαντασία μου όχι μόνο με τα γνωστά ηρωικά αποτελέσματα της χρήσης τους, όσο με την ανδραγαθία των χειριστών τους («μισοί θεοί» κατά τον Μακρυγιάννη). Εννοείται βέβαια ότι τροφοδοτούσαν και την φαντασία όλων των συγχρόνων της εποχής με αποκορύφωμα (κατά την γνώμη μου) την σχετική ωδή του Ανδρέα Κάλβου «Τα Ηφαίστεια» (συλλογή Λυρικά, 1826).
Ερώτημα, σε μένα, πάντα παρέμενε το τεχνικό και τεχνολογικό μέρος του θέματος. Ο Ψαρριανός «πυρπολιστής» Κων. Νικόδημος μάς έδωσε μιαν αναλυτική και με σχεδιαγράμματα τεχνολογική περιγραφή των πλωτών αυτών εμπρηστικών βομβών στα «Απομνημονεύματά» του (1864), καθώς και εκτενείς αναφορές σε πολλά συναφή ιστορικά γεγονότα μέσα από τους δύο τόμους των «Υπομνημάτων» του (1862).
Ήσαν τα πυρπολικά μια ελληνική ευρεσιτεχνία; Ο βυζαντινολόγος και ακαδημαϊκός Φ. Κουκουλές (1881-1956) έχει από νωρίς επιχειρηματολογήσει αρκετά πειστικά πως οι βασικές αρχές αλλά και τεχνικές των πυρπολικών ανάγονται στην αρχαία ελληνική τεχνογνωσία, όπως αυτή μεταλαμπαδεύθηκε στους Βυζαντινούς. Στο ενδιαφέρον πόνημα του με τον περιγραφικό τίτλο «Τα πυρπολικά, τα λυόμενα πλοία και τα υποβρύχια είναι εφευρέσεις νεωτέρων χρόνων;» που δημοσιεύτηκε στο ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ του 1922 ανευρίσκει τις πρώτες αναφορές περί πυρπολικών στην «υπερπόντιον εις Σικελίαν» εκστρατεία των Αθηναίων στις Συρακούσες (413 π.Χ.). Μια τεχνογνωσία που, σύμφωνα με τον Αρριανό, επανεμφανίζεται πιο εξελιγμένη κατά την πολιορκία της Τύρου από τον Μ. Αλέξανδρο το 332 π.Χ. αλλά και το 304 π.Χ. κατά την πολιορκία της Ρόδου από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή. Αντίστοιχη τεχνολογία χρησιμοποιείται κατά τους Βυζαντινούς χρόνους από τον αρχηγό των Βανδίλων Γιζέριχο στην καταναυμάχηση του Βυζαντινού στόλου κοντά στην Καρχηδόνα (465 μ.Χ.) και που φθάνει στο απόγειό της τον Ζ’ αιώνα με τα Βυζαντινά «δρομώνια», τα πυρφόρα πλοία από όπου οι σιφωνάριοι εκτόξευαν το πολυθρύλητο «υγρόν πυρ». Με την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, η τεχνογνωσία ανέπαφης πυρπόλησης ουσιαστικά περνά σε αχρησία.
Παραμένει στην Δύση η βασική αρχή των πυρπολικών όπως τα περιγράφει ο Κων. Νικόδημος, τα οποία όμως πλέον εξελίσσονται όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των εκρηκτικών και εμπρηστικών υλών. Τα συναντούμε να έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί από τους Ολλανδούς (πολιορκία του Leyde, 1565 μ.Χ.), τους Άγγλους, τους Γάλλους (κατά τους Ναπολεόντιους πολέμους) και ιδιαίτερα τους Ρώσσους, ενώ αργότερα υιοθετήθηκαν ακόμη και από τον ΤουρκοΑιγυπτιακό στόλο. Ειδικά στην καταστροφή του τουρκικού στόλου από τα ρωσσικά πυρπολικά στον Τσεσμέ το 1770 θα πρέπει εμείς να αναζητήσουμε τις απαρχές της ανάπτυξης των ιδιαίτερα επιτυχημένων Ψαρριανών πυρπολικών. Αρχικά από τον Παργινό Γιάννη Δημουλίτσα (ή Πατατούκα),που απέκτησε την γαλλική τεχνογνωσία στην Τουλών και την εξέλιξε στην συνέχεια σε συνεργασία με τον Ρώσσο Ιβάν Αφανάσιεφ, έργο που συνέχισαν αργότερα οι Ψαρριανοί καλαφάτηδες. Τελείως ενδεικτικά για την γαλλική τεχνογνωσία, εντοπίζω εκτεταμένες αναφορές από την χρήση πυρπολικών σε ναυμαχίες ήδη από το έτος 1671 στον τρίτο τόμο των «Απομνημονευμάτων του Στρατάρχη de Tourville, υποναυάρχου της Γαλλίας» (Άμστερνταμ, 1779). Ποιό όμως άραγε να ήταν το στοιχείο που έκανε την διαφορά, έτσι ώστε τα ελληνικά πυρπολικά να αποτελούν τον φόβο και τον τρόμο των αντιπάλων εχθρικών πλοίων και πληρωμάτων;
Σίγουρα και πρώτιστα η ναυτοσύνη, η ανδρεία και ο ηρωισμός των Ελλήνων πυρπολιστών (ή μπουρλοτιέρηδων). Ονόματα Ψαρριανών ξακουστά: Παπανικολής, Κανάρης, Καλαφάτης και τόσα ακόμη άγνωστα μεν, καταγεγραμμένα δε. Όμως, η ιστορική μου έρευνα εντόπισε και μια πρόσθετη, σχετικά άγνωστη και απαρατήρητη μέχρι τώρα, παράμετρο. Αναφέρομαι στην «Ιστορία της Αναγέννησης της Ελλάδας» του Πουκβίλ (François Charles Hugues Laurent Pouqueville, 1824, βιβλίο VI, κεφ. Ι, σελ. 8-10), όπου νομίζω πώς βρήκα την απάντηση ταυτόχρονα και στα δύο από τα αρχικά ερωτήματα που είχα. Ήτοι, εάν κατά πρώτον υπήρχε κάποια αξιόπιστη έξωθεν μαρτυρία για την στρατιωτική συμβουλευτική συμμετοχή του Jourdain στα πολεμικά γεγονότα (πέραν των όσων ο ίδιος αυτομαρτυρεί) και, κατά δεύτερον, εάν μπορεί να πιθανολογηθεί η ύπαρξη κάποιου τεχνολογικού «μυστικού» στην αποτελεσματικότητα των ελληνικών πυρπολικών.
Γράφει λοιπόν ο Γάλλος ιστορικός συγγραφέας (σε δική μου μετάφραση) για τον ελληνικό στόλο των 120 πλοίων συγκεντρωμένων στα Ψαρρά την 10η Μαϊου 1822: «…χωρίς να υπολογίσουμε δώδεκα πυρπολικά (brûlots) τελειοποιημένα μέσα από μια διαδικασία που ο Γάλλος καπετάνιος Jourdain είχε μεταφέρει στους Ελληνες». Γνωρίζαμε ήδη για την παρουσία και την συμμετοχή του Jourdain με τον Υδραίικο στόλο στην διάσωση δυστυχών θυμάτων της τουρκικής θηριωδίας στην Χίο το 1822 και στον οποίο οφείλουμε μια συγκινητικότατη περιγραφή (Α. Κόκκινος, Η Ελληνική Επανάστασις). Μόλις τώρα επιπρόσθετα πληροφορηθήκαμε και σημειώνουμε –ίσως για πρώτη φορά- πως τα εργαλεία για τα θρυλικά κατορθώματα του Κανάρη και του Πιππίνου, λίγες μέρες αργότερα στο λιμάνι της Χίου, μάλλον έκαναν χρήση και eξελιγμένης γαλλικής τεχνογνωσίας.
Σίγουρα παρασύρθηκα και ξέφυγα αρκετά από την βασική στοχοθεσία του άρθρου. Ήθελα όμως να τοποθετήσω το ελάχιστα γνωστό ποίημα του Αριστομένη Προβελέγγιου με τον τίτλο «Λησμονημένος Πυρπολητής» στο σωστό διαχρονικά ιστορικό του πλαίσιο. Γιατί –αναρωτιέμαι- τί άραγε είναι αυτό που οδηγεί την έμπνευση τού γηραιού ποιητή στο να συνθέσει και να απαγγείλει ένα ποίημα με αυτό το θέμα στην εορταστική εκδήλωση της Ακαδημίας Αθηνών για την επέτειο της 25ης Μαρτίου του 1932; Εκατόν δέκα ολόκληρα χρόνια μετά από τα ηρωικά δρώμενα των πυρπολητών. Ένα ποίημα που μοιάζει να έχει διαφύγει της προσοχής των μελετητών του Προβελέγγιου, αφού δεν το έχω εντοπίσει να αναφέρεται στην δημοσιευμένη εργογραφία του, παρ΄όλο που περιλαμβάνεται στην συγκεντρωτική έκδοση του Ιδρύματος Ουράνη (Δεκ. 1977) με τίτλο «Το Εικοσιένα. Πανηγυρικοί Λόγοι Ακαδημαϊκών» σε επιμέλεια Π. Χάρη. Κι αν είναι εύκολο να διαφύγει της προσοχής μέσα στις 1020 σελίδες της εν λόγω συλλογής, εμείς οι Σιφνιοί έχουμε έναν τρόπο παραπάνω να το ξεχωρίσουμε και να το εντοπίσουμε.
Και τούτο διότι όχι μόνο παρουσιάζεται πλήρες στην τρίτη σελίδα της τοπικής εφημερίδας ΣΙΦΝΟΣ (φ. 1ης Μαϊου 1932) αλλά διότι, την επόμενη χρονιά, ο ποιητής αυτοπροσώπως θα απαγγείλει το ίδιο ποίημα στους αντίστοιχους εορτασμούς, που έγιναν αυτή την φορά στο νησί. Όπου τότε πλέον, οι αναγνώστες ήσαν τόσο εξοικειωμένοι με το έργο αυτό, ώστε η ίδια εφημερίδα (φ. 1ης Απριλίου 1933) να το αναφέρει με φιλική οικειότητα απλά ως «ο Πυρπολητής». Ας το απολαύσουμε κι εμείς εκ νέου σήμερα από την θέση αυτή, όπου το παραθέτουμε (μεταγραφή σε πολυτονικό επιλέγοντας την ορθογραφία και τις μικρο-διαφορές από το κείμενο που δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του έτους 1932 της Ακαδημίας Αθηνών).
Λησμονημένος Πυρπολητής
του Αριστομένη Προβελέγγιου
Κάθεται στ’ ἀκρογιάλι καί βυθίζεται
τόν πόντο νά θωρῇ. Τί συλλογίζεται ;
Πόσ’ ἀπ’ ἀυτά τά κύματα
ποῦ στό Αἰγαῖο τρέχουν
καί πάλι ἐδῶ ξαναγυρνοῦν
καί τό νησί του βρέχουν,
πόσα τόν ἔχουνε γνωρίσει,
πόσα τόν ἔχουν νανουρίσει
στή γαλανή των τήν ἀγκάλη !
Καί πόσα στήν ἀνεμοζάλη,
στοῦ νότου τό οὔρλιασμα τό θλιβερό,
τόν ἔβλεπαν μέσα στόν μανιώδη των χορό
ἀτάραχο τό διάκι νά κρατᾷ
τοῦ ἀλαφροῦ, γοργοῦ του σκάφους
καί σάν θαλασσοπούλι νά πετᾷ
ἀπάνω ἀπ’ τοῦ βυθοῦ τούς ἀνοιγμένους τάφους !
Πόσ’ ἀπ’ αὐτά τά κύματα
ἔξαφνα φωτιστήκανε στή σκοτεινιά
ἀπό τίς ἄγριες φλόγες ποῦ περιζώνανε
τήν ὑπερήφανη φρεγάτα τοῦ φονιᾶ.
Κ’ ἔβλεπαν μέσ’ στή λάμψι τόν πυρπολητή,
σάν ἄγγελον ἐκδικητή,
πού ἔκαμε πανηγύρι Χάρου
τό πανηγύρι τοῦ βαρβάρου !
—
Τόν βλέπω τόν πυρπολητή στό περιγιάλι,
στό χέρι του γερμένο τό κεφάλι.
Φαιδρά τά κύματα στά πόδια του κυλοῦν,
σάν νά τόν χαιρετοῦνε, σάν νά τόν καλοῦν.
Μ’ ἀγάπη τά κυττάζει νά χορεύουν,
ν’ ἀφρίζουν, νά χωνεύουν
στῆς θάλασσας τά μάκρη,
ενῷ στά βλέφαρά του λάμπει, τρέμει δάκρυ.
Ἐμπρός του ἀνάλαμψαν τά χρόνια του τά φλογερά,
ἀγώνων καί θριάμβων χρόνια ἱερά,
τῆς δόξας χρόνια, πού ἔνοιωσε τό φίλημά της
μέ περηφάνειας ρῖγος.—Τώρα σάν διαβάτης,
μέσ’ στήν πατρίδα ξένος,
λησμονημένος, παρηγκωνισμένος !
Πικρό χαμόγελο στά χείλη του περνᾷ,
Τόν κόσμο τόν γνωρίζει …
παράπονα κοινά καί ταπεινά
δέν ξεστομίζει.
Δέν βαρυγκομᾷ ! Τόν φθάνει, πού κυττᾷ
ἐλεύθερο τό κῦμα νά φλοισβίζῃ
κ’ ἐλεύθερο ἀκρογιάλι νά ραντίζῃ.
Τόν φθάνει, πού σέ χῶμα ἐλεύθερο πατᾷ.
Τόν φθάνει,
πώς σέ πατρίδα ἐλεύθερη θενά πεθάνῃ
τό χρέος στήν πατρίδα τό ἱερώτερο
τὤχει ἐκπληρώσει.
Τῆς ἔχει δώσει
ὅ,τι εἶχε στή ζωή πολυτιμότερο :
τῆς νιότης τή φωτιά καί τήν ὁρμή. —
Σηκώθηκε καί στάθηκε μέ περηφάνεια.
Ἐκείνη τή στιγμή
μέσ’ απ’ τά νέφη, πού σκέπαζαν τά οὐράνια,
μιά ἀκτῖνα πέφτει καί φωτοβολεῖ
στ’ ἀγέρωχό του μέτωπο τῆς Δόξας τό φιλί !
Απαγγελία από τον ποιητή κατά την απογευματινή επίσημη συνεδρία της Ακαδημίας Αθηνών την ημέρα των εορτασμών της 25ης Μαρτίου 1932.
Ποιόν άραγε από τους λησμονημένους πυρπολητές να έχει στο μυαλό του ο Προβελέγγιος; Κάποιον σαν τον Στρατή Μαρουλή ή τον Γιάννη Θεοφιλόπουλο (Καραβόγιαννο) για τους οποίους έχουμε καταγεγραμμένες πληροφορίες ή για κάποιον παντελώς αφανή μπουρλοτιέρη; Εννοεί ίσως έναν από τους ξεχασμένους «επώνυμους» ή ένα μέλος από τα εξ ίσου ηρωικά πληρώματα των πυρπολικών; Αυτούς όλους που η Ελληνική Πολιτεία περιορίστηκε απλά να καταγράψει αφήνοντάς τους χωρίς καν έναν χάρτινο τίτλο τιμής, μνημείο κρατικής αδιαφορίας; Τί νοιώθει άραγε ο υπερήλικας ποιητής όταν συνθέτει ένα τέτοιο ποίημα; Γιατί να επιλέξει έναν τέτοιον ανώνυμο ήρωα; Τί σκηνές βλέπει με τα μάτια της φαντασίας του, όταν παρατηρεί τα κύματα κάτω από το κελλί του στην άκρη του βράχου της Χρυσοπηγής; Μήπως αντικρύζει νοερά τον ίδιο του τον εαυτό σαν έναν κουρασμένο και γηρασμένο πυρπολητή; Να νοιώθει άραγε σαν ένας υπερήφανος ξωμάχος, που απλά κι αυτός επετέλεσε το καθήκον του στην ζωή και προς την ελευθερία; Ερωτήματα ίσως άνευ νοήματος και -που το πιθανότερο- θα μείνουν αναπάντητα. Είναι όμως έτσι;
Διότι το γεγονός πως ο Προβελέγγιος, μέσα στο διάβα 65 ετών ποιητικής δημιουργίας, αναλαμβάνει σε τακτική βάση όχι μόνον να συνθέσει αλλά και δημοσίως να απαγγείλει ωδές, θούριους και ποιήματα με πατριωτικό περιεχόμενο, ειδικά σε εορταστικές επετείους, υποδεικνύει προς μια πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση. Αναζήτησα αυτού του τύπου τα επετειακά ποιήματά του μέσα στην ήδη βιβλιογραφημένη εργογραφία του. Απέτυχα να τα εντοπίσω αποθησαυρισμένα σε αυτήν, οπότε προσέφυγα στην ιστοριοδιφική έρευνα. Νοιώθω ιδιαίτερη ικανοποίηση που παρουσιάζω στο παρόν μελέτημά μου δύο από αυτά, το δεύτερο μάλιστα τελείως αβιβλιογράφητο.
Εκφράζοντας την ταπεινή μου άποψη, εκτιμώ πως όταν ο Αριστομένης Προβελέγγιος συνθέτει εθνο-πατριωτικά ποιήματα, αντιλαμβάνεται πλήρως τον ρόλο που καλούνται να επιτελέσουν οι συνθέσεις του αυτές. Γνωρίζει επακριβώς ότι την δεδομένη χρονική περίοδο τα ποιήματά του μπορούν να είναι, αν όχι δημεγερτικά, σίγουρα εθνεγερτικά. Ίσως όχι στον εκρηκτικό παλμό ενός Κάλβου, Σικελιανού ή Ζαλοκώστα, αλλά πάντως χωρίς να υπολείπονται σε φλογερές παροτρύνσεις –έστω και σε «χαμηλή φωτιά».
Στις απαρχές του 20ου αιώνα η Ελλάδα μοιάζει να ζει την συνέχεια του ονείρου του 1821 μέσα σε μια εθνική έξαψη όπου οι απογοητεύσεις εναλάσσονται με συνεχείς απελευθερωτικές επιτυχίες. Ο Προβελέγγιος διαισθάνεται πως μπορεί ό ίδιος με το έργο του να μεταβληθεί σε «πυρπολητή ψυχών». Τα ποιήματά του μπορούν να ανάψουν το φυτίλι του πυρπολικού της καρδιάς και να το αφήσουν να σιγοκαίει, υποδόρεια, απαρατήρητο μέχρι την στιγμή της πατριωτικής έκρηξης.
Αλλά και όταν πια έχουν μεσολαβήσει τα απογοητευτικά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής και η Ελλάδα προσπαθεί να επουλώσει τις ψυχικές πληγές της, η παρηγορία και η παραμυθία θα έρθουν πάλι στο προσκήνιο μέσα από την πατριωτική ποίηση του Προβελέγγιου. Αυτή την φορά, με μια διάθεση απολογισμού ζωής. Ακριβώς στο σημείο αυτό, όπου ο κατάκοπος και πλήρης ημερών ποιητής γράφει τον στίχο του «Τον βλέπω τον πυρπολητή στο περιγιάλι…», επιθυμεί ίσως να μας μεταφέρει κωδικοποιημένη την υποσυνείδητη και μύχια, αυστηρά προσωπική, συναίσθησή του για το έργο ζωής που έχει ο ίδιος επιτελέσει. Άλλωστε οι λέξεις «πυρπολητής» και «ποιητής» ηχούν ομότονα.
Στο σημείο αυτό θα σημειώσω την πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση της καθ. Νεοελληνικής Φιλολογίας (ΕΚΠΑ) κ. Α. Χρυσογέλου-Κατσή, πως ίσως ο «μίτος» της σκέψης του ποιητή ακολουθεί την σχέση τού Αγγ. Βλάχου (1838-1920, αδελφού τής συζύγου τού Προβελέγγιου Αγλαΐας) με τον γηραιό πυρπολητή και μετέπειτα ναύαρχο Νικόδημο και τους «Νικοδήμειους» Δραματικούς Αγώνες του 1874, 1875 και 1876. Αν και δεν υπάρχουν γνωστά στοιχεία περί αυτού, εν τούτοις δεν αποκλείεται ο νεαρός τότε Προβελέγγιος να είχε παρευρεθεί στους Αγώνες αυτούς παρακολουθώντας την σχετική εισήγηση του Αγγ.Βλάχου και να συνομίλησε με τον γηραιό πυρπολητή.
Αυτό θα εξηγούσε την ειδική νοητική σχέση του Προβελέγγιου με τους «πυρπολητές», όπως αυτή παρουσιάζεται στο ποιητικό έργο του. Πράγματι, συναντούμε τακτικά έμμεσες αναφορές στα σχετικά ποιήματά του, όπως στα «Το Δένδρον και το Πλοίον» (1902) ή «Το Αιγαίον» (1934), οι οποίες δεν δικαιολογούνται απλά από την ανεξίτηλη εντύπωση που η αγνή ηρωική δράση των πυρπολητών δημιουργεί σε όλους τους Έλληνες έτσι κι αλλιώς. Για παράδειγμα, στο ανέκδοτο ποίημα του Αυγούστου 1929, που πρόσφατα παρουσίασα μέσα από το χειρόγραφο και που φυλάσσεται στο αρχείο Προβελέγγιου στο Κ.Ε.Ι.Ν.Ε. της Ακαδημίας Αθηνών με τίτλο «Ω, Παναγιά Χρυσοπηγή», γράφει στους ακροτελεύτιους στίχους απευθυνόμενος στην «αρχαία εικόνα»:
Ἄλλ΄ ἦλθεν, ἄστραψεν ὁ πεπρωμένος αἰώνας!
Κι΄ εἶδες, ὦ Δέσποινα, ἀπό το ναό Σου,
ποὺ στ΄ ἀκρωτήρι ἀπάνω στέκει,
τοῦ ἀθάνατου πυρπολητῆ τ’ ἀστροπελέκι,
κι’ οὐράνια λάμψις φώτισε τὸ μέτωπό Σου.
Κι΄ εἶδες τὰ κύματα
νὰ σέρνουν τ΄ ἄδοξα συντρίμματα
βαρβάρου στόλου ἀποκαΐδια
στὴν ἀμμουδιὰ τὴν ἴδια
ὅπου κατευοδώθηκε ἕνα καιρό
τὸ εἰκόνισμά Σου το ἱερό.
Αλλά και στο ποίημά του «Ένα ταξείδι», σύνθεση του 1903, από την ενότητα «Νικητήρια» της δεύτερης συλλογής του «Ποιήματα» (εκδ. Σιδέρη, 1916) επαναλαμβάνει
Ἄχ, ἔλα, ἔλα Δόξα, πού στά πελάγη τρέχεις
μ’ ἕνα πυρσό στά χέρια!
Σύ, πού γιά θρόνον ἔχεις
πυρπολουμένων στόλων ὁλόφλογα μαδέρια!
Άλλωστε, είχε ήδη συνθέσει ένα μοναδικό όσο και παντελώς ξεχασμένο ποίημα με τίτλο «Στον Πυρπολητή» το 1927, αφιερωμένο ειδικά στον Ναύαρχο Κανάρη. Η τύχη του ποιήματος αυτού μοιάζει να είναι περίεργη, τόσο που να αξίζει ειδικής στοχευμένης έρευνας. Το αναζήτησα χωρίς να γνωρίζω συγκεκριμένες λεπτομέρειες για το πού, το πότε, τον τίτλο ή το περιεχόμενό του. Μια έρευνα χωρίς πολλές πιθανότητες επιτυχίας. Αφορμή για την αναζήτηση απετέλεσε μια ιδιόχειρη σημείωση του ποιητή, μάλλον σε προχωρημένη ηλικία προς τας δυσμάς του βίου του. Η παρατηρικότητα του ερευνητή την εντόπισε μέσα στο πλήθος αποκομμάτων και ατάκτων μικροσημειώσεων που περιλαμβάνονται στο Αρχείο Προβελέγγιου (Κ.Ε.Ι.Ν.Ε.). Μου προξένησε εντύπωση πως ο ίδιος ο ποιητής δεν φαίνεται να εγνώριζε περισσότερες λεπτομέρειες για το έργο του αυτό και το αναζητούσε σε μια προσπάθεια συγκέντρωσης «χαμένων» ποιημάτων του. ‘Ισως για την μελλοντική έκδοση που είχε προαναγγείλει και που ποτέ δεν υλοποιήθηκε.
Η χειρόγραφη σημείωση «Στα Αποκαλυπτήρια Κανάρη» ήταν ο μοναδικός οδηγός μου. Ποιά αποκαλυπτήρια άραγε; Στην πλατεία Κυψέλης ή στο πεδίο του Άρεως στην Αθήνα, στο Ναύπλιο, στην Σύρο, στην Χίο ή κάπου στα Ψαρρά; Και ποιά χρονική περίοδο; Η περίοδος από τον θάνατο του Κανάρη (1877) μέχρι αυτόν του Προβελέγγιου (1936) δεν είναι και ευκαταφρόνητη για μια τέτοια αναζήτηση.
Δια της ατόπου απαγωγής, η έρευνά μου μέσα σε μια περίοδο δεκαετιών προσανατολίστηκε στην εποχή της περιπετειώδους κατασκευής αδριάντα στην Χίο για τον ηρωικό μπουρλοτιέρη και πεντάκις πρωθυπουργό. Περιπετειώδους, όπως όλα τα θέματα ιστορικής μνήμης στην Ελλάδα καταλήγουν να γίνονται. Νόμος του Κράτους το 1924, επιτροπές από το 1920, έρανοι, καθυστερήσεις, αντιδικίες, τα συνήθη. Αποτέλεσμα τα Επίσημα Αποκαλυπτήρια του ανδριάντα, έργο του καθ. Μιχ. Τόμπρου, στον δημοτικό κήπο της πόλης της Χίου, να γίνουν στις 19 Ιουνίου 1927 (αντί για την αρχικά προγραμματισμένη 100ετηρίδα από την Καταστροφή των Ψαρρών) από τον εγγονό του πυρπολητή και τότε Υπ. Ναυτικών, Αλέξανδρο Κανάρη.
Τώρα που βρήκαμε τις πρακτικές λεπτομέρειες, το επόμενο βήμα είναι να μπορέσουμε να εντοπίσουμε και το ποίημα του Προβελέγγιου μέσα από τον τοπικό τύπο. Μεγάλη απογοήτευση.
Οι περιγραφές των εκδηλώσεων στην Χίο είναι μεν λεπτομερέστατες, ορισμένες μάλιστα στον βαθμό του κακεντρεχούς «κουτσομπολιού» και της πολιτικής αντιπαλότητας που κατατρίβεται με ονόματα και τίτλους επισήμων. Tυπικούρες και κατηγορίες για ανοργανωσιά, μέχρι ατασθαλίες στα αναψυκτικά. Ουδεμία αναφορά δε στον Προβελέγγιο, παρά τα πολυσέλιδα αφιερώματα των εφημερίδων [ΠΑΓΧΙΑΚΗ (φύλλο της 28ης Ιουνίου 1927), ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (φύλλα της 18ης και 25ης Ιουνίου 1927) και ΝΕΑ ΧΙΟΣ (φύλλα της 19ης , 21ης , 23ης και 25ης Ιουνίου 1927)].
Μάλιστα, διαβάζοντας το επίσημο πρόγραμμα, όπως κυκλοφόρησε από τον Δήμο Χίου, δεν ανευρίσκουμε ούτε εκεί κάποια αναφορά σε απαγγελία ποιήματος του Προβελέγγιου ως μέρος των εκδηλώσεων. Και αυτό, παρ’ όλο που στις εφημερίδες δημοσιεύονται άλλα σχετικά ποιήματα αφιερωμένα στον Κανάρη (όπως το «Κανάρης» του Αλ. Πάλλη) ή παρουσιάζεται ακόμη και το ιδιαίτερου ιστορικού ενδιαφέροντος επίγραμμα (σε μετάφραση Χ. Μαυρόπουλου εκ της Τουρκικής) από τον τάφο του Καπουδάν-πασά Βεζύρη Καρά-Αλή, το πλοίο του οποίου «επυρπόλησε ο ακάθαρτος ρωμηός δι’ απάτης». Αδιέξοδο.
Εν τούτοις, η έρευνα συνεχίστηκε με επιμονή και αρκετά ξενύχτια. Και, αφού εξήντλησε κάθε εναλλακτική σε τόπο και χρόνο, στο τέλος απέδωσε αποτέλεσμα επανερχόμενη στην αρχική υπόθεση εργασίας. Σημαντικό βοήθημα η αναμνηστική έκδοση που κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 1928 από την «Επιτροπεία των Αποκαλυπτηρίων Ανδριάντος Κανάρη εν Χίω, 19 Ιουνίου 1927».
Διατίθεται ψηφιοποιημένη από την ΑΝΕΜΗ του Πανεπ. Κρήτης. Στις 45 σελίδες της περιλαμβάνει σχεδόν o,τιδήποτε έχει γραφεί ή αφορά τα συγκεκριμένα γεγονότα: την λογοδοσία της οργανωτικής επιτροπής, τον σχετικό Νόμο, το πρόγραμμα των εκδηλώσεων, τους πανηγυρικούς λόγους, τα συγχαρητήρια, τα δημοσιεύματα, τις παράλληλες εορτές, τους αγώνες και τις θεμελιώσεις. Δυστυχώς όμως το «σχεδόν» εξαιρεί οποιαδήποτε αναφορά στον Προβελέγγιο μολονότι ένα ποίημα του Γ. Δροσίνη με τίτλο «Στη Χίο», το τραγούδι του Αλ. Πάλλη με τίτλο «Κανάρης» και ένα χρονογράφημα του Π. Νιρβάνα με τίτλο «Περίπατοι» συμπληρώνουν την έκδοση.
Το τελευταίο είχε δημοσιευτεί αρχικά στο φύλλο της ΕΣΤΙΑΣ της 22/6/1927, προφανώς μετά την επιστροφή των εκεί εκδρομέων. Αυτός όμως ήταν και ο μίτος της Αριάδνης. Αναζητώντας την δημοσιογραφική ανταπόκριση του Νιρβάνα για την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, βρήκα ένα ακόμη πρωτοσέλιδο άρθρο του από την στήλη «Από την Ζωή» με τίτλο «ΚΑΝΑΡΗΣ» στο εσπερινό φύλλο της Κυριακής 19ης Ιουνίου 1927. Και εκεί, ω του θαύματος, λίγο παραδίπλα εντοπίζουμε το αντικείμενο της έρευνάς μας.
Μέσα σε πρωτοσέλιδο πλαίσιο, το ποίημα του Προβελέγγιου με τίτλο «Στον Πυρπολητή». Επιτέλους. Όμως το ποίημα δεν παρουσιάζεται μόνο του, όπως θα ήταν το φυσιολογικά αναμενόμενο, ένα ακόμη από τα τόσα άλλα μέσα στα 30 σχεδόν χρόνια συνεργασίας με τον Προβελέγγιο, για την οποία η εφημερίδα αργότερα επαίρεται. Μαζί με το ποίημα διαβάζουμε και μια αξιοπερίεργη λιτή εισαγωγική σημείωση, την οποία και μεταγράφω (σε μονοτονικό, η υπογράμμιση δική μου):
Εις την Χίον σήμερον, κατά τα αποκαλυπτήρια του αδριάντος του Κανάρη ο κ. Αριστ. Προβελέγγιος επρόκειτο να απαγγείλη το κάτωθι ποίημά του:
Αξιοπερίεργη όσο και πρωτότυπη σημείωση με βάση το σκεπτικό πως εν γένει δεν συνηθίζονται πρωτοσέλιδα ειδησάρια σε εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, τα οποία να αναφέρονται σε μη-γεγονότα (που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν). Ειδικά στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ με την φήμη της αδιάβλητης ακρίβειας. Τι να σημαίνει αυτό το «επρόκειτο»; Τι συνέβη άραγε και για ποιόν λόγο η εφημερίδα δημοσιεύει ένα ποίημα, το οποίο όμως αγνοείται εμφατικά από τους διοργανωτές της εκδήλωσης (όπως είδαμε); Σίγουρα ο Προβελέγγιος δεν αυτο-προσκλήθηκε να συνθέσει κάποιο ποίημα και να το απαγγείλει. Η πρόσκληση, γραπτή ή άτυπη, θα πρέπει να ήταν προσυμφωνημένη. Πρόσκληση από την οργανωτική επιτροπή; Το πλέον πιθανό, αν και δεν προκύπτει από κάποιο έγγραφο. Αδιαφανής ένσταση-παρέμβαση από την Ακαδημία που θα συμμετείχε στις εκεί εκδηλώσεις και με κατάθεση στεφάνου; Πιο κοντά στην αλήθεια κατά την προσωπική εκτίμησή μου. Σίγουρα πάντως δεν προσιδιάζει σε μια αθώα κατάσταση. Μάλλον υποψία παραφιλολογικού σκανδάλου αρχίζει και αναδύεται…
Μυστήριο για το οποίο, η εν συνεχεία προσπάθεια του Νιρβάνα να το «διασκεδάσει», ελάχιστα επιτυγχάνει. Σε μια εσωτερική σελίδα του ίδιου φύλλου, σε ανυπόγραφη ανταπόκριση, ο «απεσταλμένος» της εφημερίδας μάς πληροφορεί:
«Ο ποιητής και Ακαδημαϊκός κ. Προβελέγγιος, όστις επρόκειτο να απαγγείλη ύμνον προς τον ήρωα των Ψαρρών, ασθενήσας δεν ήλθεν εις Χίον».
Ορίστε, προτείνεται λοιπόν μια λύση για το μυστήριο, αν και -κατά πάσα πιθανότητα- η σαθρή δικαιολογία της ασθένειας μοιάζει να είναι περισσότερο μια βολική για όλους κοινωνική πρόφαση. Και τούτο διότι εάν η απουσία του Προβελέγγιου ήταν αναγκαστική και της τελευταίας στιγμής, θα είχε ήδη περιληφθεί το όνομά του (μαζί με τις τόσες άλλες ήσσονος σημασίας τυπικές λεπτομέρειες) στο επίσημο πρόγραμμα των εορτασμών. Ή, ακόμη λογικώτερο, το ποίημά του θα είχε προστεθεί μεθεόρτια στην ειδική αναμνηστική έκδοση. Άλλωστε σε αυτήν περιελήφθησαν και ποιήματα που μάλλον γράφτηκαν εκ των υστέρων (όπως το «Στη Χίο» του Γ. Δροσίνη).
Σημειώνουμε παρεπιπτόντως πως είναι σαφής η προσπάθεια των διοργανωτών για ωραιοποίηση και εξωραϊσμό των συμβάντων, αφού στην εν λόγω έκδοση έχουν περιληφθεί αποσπασματικά μόνον όσες από τις ανταποκρίσεις εφημερίδων του Κέντρου κολακεύουν τις εκδηλώσεις. Σε διαμετρική αντίθεση με τα όσα καταμαρτυρεί περί ανοργανωσιάς και «παρατράγουδων» σύσσωμος ο τοπικός τύπος.
«Είμασταν όλοι μια ωραία ατμόσφαιρα», όπως θα έλεγε πολλά χρόνια αργότερα ο Έλληνας κωμικός Ντ. Ηλιόπουλος. Δια του λόγου το αληθές, υπάρχει και η σχετική φωτογραφία από το φύλλο της 20ης Ιουνίου 1927 της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ που κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνει το δημοσίευμα περί δήθεν «ευταξίας» τού ανταποκριτή της ΒΡΑΔΥΝΗΣ (Αθ. Παράσχος) της ίδιας ημέρας: «Όλα τακτικά εις την εορτήν των αποκαλυπτηρίων του Κανάρη… όλα τακτικώτατα και πολιτισμένα».
Αλλά τα περίεργα δεν περιορίζονται εδώ. Οι προσεκτικοί αναγνώστες της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ (φύλλο της 20ης Ιουνίου 1927), θα ανακαλύψουν κάπου άσχετα παραπεταμένο το ποίημα του Προβελέγγιου «Στον Πυρπολητή». Προσοχή. Όχι όλοι. Mόνον οι φιλομαθείς, αυτοί που αναδιφούν και στις ελαφρές ειδήσεις της σελίδας 2, εκτός από το επίσημο ρεπορτάζ από τις εκδηλώσεις στην Χίο στις κύριες σελίδες. Ενδιαφέρον.
Αλλα ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η επεξηγηματική λεζάντα που τους πληροφορεί –ή μάλλον τους παρα-πληροφορεί (η υπογράμμιση δική μας):
ΣΗΜ. Το ποίημα αυτό απηγγέλθη χθες εν Χίω υπό του ποιητού κατά τα αποκαλυπτήρια της προτομής Κανάρη.
Τί να υποθέσει κανείς; Κακή συνεννόηση; Δεν πρόλαβαν να αποσύρουν και να εξαφανίσουν οι διοργανωτές όλα τα Δελτία Τύπου, που είχαν ίσως κυκλοφορήσει;
Ανταγωνισμοί μεταξύ ακαδημαϊκών; Προς τα εκεί προσανατολίζεται η έρευνα. Ας μην ξεχνάμε πως η νεοσύστατη προ ενός μόλις έτους Ακαδημία αναζητούσε τέτοιου τύπου δημόσιες εκδηλώσεις και πως στους καταγεγραμμένους συμμετέχοντες αναγνωρίζουμε μια σειρά ακαδημαϊκών, είτε ιδρυτικά μέλη είτε προαλειφόμενα. Ο τότε αντιπρόεδρος Κων. Ζέγγελης (χημικός) επιλέχτηκε για να κάνει την προσφώνηση κατά την κατάθεση του στεφάνου της Ακαδημίας αντί για κάποιον ακαδημαϊκό με πιο συμβατή ιδιότητα με το θέμα της εκδήλωσης. ‘Οπως ο γενικός γραμματέας Σίμος Μενάρδος (καθηγητής Φιλολογίας) ή ο Κων. Άμαντος (βυζαντινολόγος). Μάλιστα ο τελευταίος, εκτός από Χιώτης ήταν και βασικό μέλος της οργανωτικής επιτροπής, άρα ο συνδετικός κρίκος με την Ακαδημία. Αλλά γι αυτούς είχαν επιφυλαχθεί διαφορετικές τιμές και λογίδρια σε άλλες στιγμές της εκδήλωσης. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες βρίσκουμε και τα ονόματα των Κων. Κουρουνιώτη (αρχαιολόγος) και Σωκ. Κουγέα (ιστορικός), οι οποίοι θα προσκληθούν να πλαισιώσουν τις τάξεις της Ακαδημίας λίγο αργότερα.
Το κυριώτερο όμως, αυτό που δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε, είναι η παρουσία του «ανταποκριτή» της ΕΣΤΙΑΣ Π. Νιρβάνα, ο οποίος στην σύντομη τηλεγραφική του ανταπόκριση και μέσα σε ένα περιορισμένο μονόστηλο της εφημερίδας, εν τούτοις θα εξεύρει ικανό χώρο για να φιλοξενήσει ειδικά την ανωτέρω προσφώνηση του αντιπροέδρου της Ακαδημίας. Σε αυτόν θα πρέπει να αποδώσουμε και την λεπτομέρή «ανταπόκριση» της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ (πρωτοσέλιδο του φύλλου της 20ης Ιουνίου 1927), όπου ο ανώνυμος απεσταλμένος επαναλαμβάνει (και μάλιστα αυτολεξεί) τα περί «ασθενείας» του Προβελέγγιου ή τα περί της ληκύθου με την καρδιά του Κανάρη. Και … φυσικά και πάλι το λογίδριο του Ζέγγελη χωρίς περικοπές. Μια σύγκριση των δημοσιευμάτων της ΕΣΤΙΑΣ και του ΕΜΠΡΟΣ θα επιβεβαιώσει πως πρόκειται περί του ιδίου ανταποκριτού, παρεκτός και εάν εντοπίσαμε μια περίπτωση κραυγαλέου δημοσιογραφικού πλαγιαρισμού.
Άντε τώρα, Αριστόμενες, να αποδείξεις πως ΔΕΝ «ασθενούσες» και να διαψεύσεις τα δημοσιεύματα, όχι μιας αλλά, δύο έγκριτων εφημερίδων χωρίς να διαταράξεις τις σχέσεις σου με το λογοτεχνικό κατεστημένο…
Θα ακολουθήσουν τις επόμενες ημέρες μερικά ακόμη γλαφυρά χρονογραφήματα του Νιρβάνα στην ΕΣΤΙΑ σχετικά με το ταξίδι στην Χίο. Μετά από λίγους μήνες, τον Φεβρουάριο του 1928, με ανάδοχο τον Σίμο Μενάρδο και επί Προεδρίας (τώρα) Κων. Ζέγγελη, ο Παύλος Νιρβάνας θα προσκληθεί να καταλάβει την κενή πέμπτη έδρα (από τις 7-8 για λογοτέχνες) της Τάξεως Γραμμάτων & Καλών Τεχνών της Ακαδημίας, που έτσι κι αλλιώς αξιοκρατικά του αναλογούσε. Μαζί με έναν διθυραμβικό χαιρετισμό 14 σελίδων του «αναδόχου» του Σίμου Μενάρδου (Πρακτικά Ακαδημίας έτους 1928, Β’, σελ. 172-185).
Να ήταν λοιπόν μια διπλωματική αντίδραση του Προβελέγγιου με παρέμβαση προς την Διεύθυνση της εφημερίδας ΕΣΤΙΑ για να πετύχει την πρωτοσέλιδη δημοσίευση του ποιήματος (μαζί με το «φαρμακερό» σχόλιο) και να εκθέσει έτσι τα κακώς κείμενα; Αυτόκλητη πρωτοβουλία της εφημερίδας; Ποιός ξέρει… Εμείς πάντως να σημειώσουμε πως ο «άκακος» (πάντοτε κατά τον θαυμαστή του Μενάρδο) Παύλος Νιρβάνας, που καλείται εδώ να σώσει τα προσχήματα, θα είναι αυτός που, μετά από 9 χρόνια, θα αποχαιρετήσει τον αποθανόντα συνάδελφό του Προβελέγγιο εξ ονόματος των Αθανάτων της Ακαδημίας Αθηνών. Αντί για κάποιον άλλον προφανή υποψήφιο, όπως κάποιον παλαιότερο συνοδοιπόρο σαν τον Παλαμά ή τον Δροσίνη.
Αναφέραμε τον Δροσίνη και θα πρέπει να σημειώσουμε την παρουσία και αυτού στις εκδηλώσεις στην Χίο. Ακαδημαϊκός βέβαια και ο ίδιος, όμως νοιώθει ίσως την ανάγκη να φροντίσει να ξεκαθαρίσει την θέση του. Γράφει στα «Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου» (Γ’, σ.214-215) «Ο Κουρουνιώτης με παράσυρε και στ’ αποκαλυπτήρια του Κανάρη, στη Χίο. Και πήγα μαζί του φιλικά κι’ ανεπίσημα, χωρίς αντιπροσωπείες και υποχρεώσεις». Σε αυτόν τον «φίλο Κουρουνιώτη για την ωραία πατρίδα του» θα αφιερώσει και το ποίημά του «Στη Χίο», που δημοσιεύτηκε αρχικά στο Ημερολόγιο Μεγάλης Ελλάδος του 1928 και αργότερα στην Συλλογή του «Φευγάτα Χελιδόνια».
Με δεδομένο πως δεν προκύπτει ποτέ και από πουθενά οποιαδήποτε διχοστασία μεταξύ Προβελέγγιου και Δροσίνη, το αντίθετο μάλιστα εγκάρδια προσωπική φιλία και προφανής αλληλοεκτίμηση, θα πρέπει να υποθέσουμε βάσιμα πως ο Δροσίνης ήταν απολύτως αμέτοχος στο επεισόδιο που αναφερθήκαμε. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει απαραίτητα πως η εξαφάνιση από το προσκήνιο του ύμνου του ακαδημαϊκού Προβελέγγιου προς τον Κανάρη θα τον δυσαρέστησε. Αφού και ο ίδιος είχε ήδη συνθέσει το πανέμορφο ποίημά του «Το Τάμα του Κανάρη», που δημοσιεύτηκε στην συλλογή του «Πύρινη Ρομφαία» (εκδ. Σιδέρη, σελ. 19) το 1924 με ποιήματα γραμμένα λίγα χρόνια ενωρίτερα. Κάπου τότε δηλαδή που το θέμα του ανδριάντα του Κανάρη πρωτο-εμφανίστηκε…
Για όσους βιαστούν να μου προσάψουν «συνομωσιολογικές» τάσεις, ας ακούσουμε τον ίδιο τον Προβελέγγιο τί έχει να δηλώσει στην συνέντευξη, που έδωσε λίγα χρόνια αργότερα στον ποιητή Γ. Κοτζιούλα και που δημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό ΡΥΘΜΟΣ (τεύχος Οκτωβρίου 1933):
«Α, είμαι πολύ δυσαρεστημένος από την Ακαδημία. Εκείνος ο Μενάρδος είταν Ιησουίτης, δόλιος άνθρωπος. Κατά τας παραμονάς του εορτασμού της εκατονταετηρίδος του Γκαίτε είχα γράψη ένα ποίημα και ετοιμαζόμουν να τους το απαγγείλω. Αυτοί όμως δεν με επληροφορούσαν θετικά και έτσι αναγκάοθηκα να το αποσύρω από κεί. Αλλά μόλις έγινε αυτό, αμέσως ανήγγειλαν το πρόγραμμα και επηκολούθησε ο εορτασμός. Το ζήτημα είταν, καθώς μού είπαν και καθώς εκατάλαβα έπειτα, να δοθή σε άλλον το μετάλλιο, όχι σε μένα. Μωρέ τί πράγματα είναι αυτά, πώς τα σκέπτονται αυτά οι άνθρωποι των γραμμάτων! Αυτά σας λέγω επί του παρόντος, ίσως αργότερα να τα φέρω ο ίδιος στη δημοσιότητα».
Μάλλον θα είχε πικρή πείρα από αριστίνδην συντεχνιακές διελκυστίνδες, για να φθάσει στο καταγγελτικό σημείο αυτό ο πανθομολογουμένως γνωστός για την «ολύμπια» ηρεμία του Αριστομένης.
Άλλωστε, είχε προηγηθεί και το μικρο-επεισόδιο με την δημόσια ανταλλαγή επιστολών μέσα από τις σελίδες του περιοδικού ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ (ΣΤ’, 1929, σ. 535). Όταν ο Σ. Μενάρδος σε μια κριτική του ανάλυση «θυμήθηκε» με μικροπρέπεια, 30 χρόνια μετά την αρχική έκδοση, να αποδώσει την έμπνευση τού πολύ δημοφιλούς ποιήματος τού Προβελέγγιου «Η Βουλιαγμένη Πόλη» σε πλαγιαρισμό εκ του Ρενάν. Πράγμα που ανάγκασε τον Αριστομένη να επεξηγήσει, με έναν εξ ίσου αξιομνημόνευτο ποιητικό τρόπο, την πηγή έμπνευσης, ήτοι τα βιώματά του από την μοναδική Χρυσοπηγή στην Σίφνο. Και όλα αυτά, διατηρώντας πάντοτε τα προσχήματα και τις μεταξύ τους φιλοφρονήσεις της αστικής ευγένειας.
Και μια ακόμη λεπτομέρεια που μοιάζει να ενισχύει την άποψή μου για τον ρόλο του Σ. Μενάρδου στο συγκεκριμένο συμβάν στην Χίο. Λίγα χρόνια νωρίτερα και πάλι στην Χίο, στον εορτασμό της 100ετηρίδας της πυρπόλησης της τουρκικής ναυαρχίδας, είχε απευθύνει «Ύμνον εις τον Κανάρην» που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗ» του ΕλληνοΓαλλικού Συνδέσμου (1922, τχ. 6, σελ. 62-72) ενώ αποσπάσματα από αυτόν στο περιοδικό «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ» (Ιούνιος 1922, σ. 12) και στην εφημερίδα «ΠΑΓΧΙΑΚΗ» (αρ.φ. 1524/15 Ιουνίου 1922). Πώς τώρα, λοιπόν, στα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα στην Χίο να παραχωρήσει τα πρωτεία στον Προβελέγγιο, άσχετα αν οι ιστορικές εξελίξεις με την Μικρασιατική Καταστροφή είχαν στο μεταξύ καταστήσει άκαιρες τις πατριωτικές του εξάρσεις;
Με τα προαναφερθέντα λοιπόν σαν δεδομένο υπόβαθρο, δεν θα πρέπει να προκαλεί εντύπωση πως ακόμη και ο ίδιος ο ποιητής, αρκετά χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να αναζητεί από μνήμης το πιθανώς άτιτλο χειρόγραφό του. Αυτό που είχε δώσει -μάλλον σκοπίμως και επειγόντως- προς δημοσίευση στην Αθηναϊκή εφημερίδα. Απάντηση θα δώσει ο σημερινός ερευνητής και συγγραφέας του παρόντος μελετήματος απευθυνόμενος «αυτοπροσώπως» προς τον Προβελέγγιο:
«Σεβαστέ μου ποιητά, θα μου επιτρέψετε μετά από 96 χρόνια να επαναφέρω στην μνήμη σας (αλλά και όλων των μελετητών του έργου σας) το άγνωστο ποίημα που μάλλον δεν κατορθώσατε εσείς εν ζωή να εντοπίσετε. Φαντάζομαι πως για μια τέτοια σημαντική εκδήλωση πανεθνικής ευγνωμοσύνης, θα βάλατε όλη σας την τέχνη και μαεστρία στην σύνθεση αυτού του σύντομου για την περίσταση ύμνου. Δεν είμαι άξιος να το κρίνω ποιητικά. Όμως, έστω και ένας, εγώ ο ταπεινός (πλην όμως με ανοικτή πατριωτική καρδιά) το θεωρώ «εκπληκτικά μεστό και ισχυρό» ‘Ισως αυτό να παρηγορήσει κάπως την απογοήτευσή σας από το ότι -παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις- τελικά δεν το απαγγείλατε δημοσίως.
Αντιλαμβάνομαι το μεταφυσικό ενδεχόμενο να με έχετε καθοδηγήσει από εκεί που σήμερα βρίσκεστε, προκειμένου να σας εξυπηρετήσω στην ανεύρεσή του. Χαρά μου και τιμή μου. Υποθέτω πως θα είχατε μύχιες ελπίδες αναγνώρισης της αξίας του όταν το συνθέτατε. Και αν υποθέσουμε πως ένα ποίημα αποκτά οργανική αυθυπόσταση άπαξ και γραφτεί, θα ήταν κρίμα το συγκεκριμένο να παραμείνει στα άκριτα και αζήτητα, όπως το επιδίωξαν. Το ανασύρω λοιπόν από την αφάνεια και το επαναφέρω στο προσκήνιο από την εφήμερη δόξα ενός Κυριακάτικου φύλλου εφημερίδας. Το αφιερώνω με την σειρά μου στον ένδοξο ήρωα του ’21, που συμβαίνει να είναι και μακρινός συντοπίτης* μου αφού -εκτός από Σιφνιός εκ πατρός- τυγχάνω και (πολύ) Ψαρριανός εκ μητρός».
(* Ο Κων. Κανάρης εξακολουθεί να θεωρείται Ψαρριανός παρά το γεγονός πως υπήρξαν αμφισβητήσεις για την καταγωγή του, που ξεκίνησαν το 1937 αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του. Ισχυρισμοί που επανελήφθησαν τις δεκαετίες του 1960 και 1980 με βάση κάποιο «μυστικό Ημερολόγιο» και μια επιστολή του 1863, που τον τοποθετούσαν γεννημένο στην Πάργα. Η πειστική και τεκμηριωμένη έρευνα των Ψαρριανών ιστορικών Δημ. Σπανού (1963), Δημ.Ανδριάνα (1987), Ανδρ. Καραγιώργη (2014) και πρόσφατα του Γρηγ. Σπανού («Η καταγωγή του Κανάρη», 2021) δεν αφήνουν ερωτήματα ή περιθώρια παραχάραξης του θέματος της καταγωγής του. Πολλώ δε μάλλον που το συγκεκριμένο «μυστικό ημερολόγιο» και «επιστολή» ποτέ δεν εμφανίσθηκαν δημόσια, παρά την κατά καιρούς υποστήριξή τους από καταξιωμένους ιστορικούς (όπως ο Νικ. Τωμαδάκης) ή από Ηπειρώτικους τοπικιστικούς φορείς).
Στον Πυρπολητή
Μ’ ὀργῆς ἀνάβρασμα μέσ’ στήν καρδιά
μέ μισοτύραννη στά στήθη σου φωτιά
σφεντόνισες σἄν Θείας Δίκης χέρι
τόν κεραυνό μέσα στό αἱμοβόρο ἀσκέρι!
Ἀνάλαμψε μέσ’ ἀπό φλόγες τὄνομά σου,
σ’ ἔχουν ὑψώσει φλόγες στ’ ἀποθέωμά σου,
Ἡ δόξα σου πετᾷ στήν οἰκουμένη
φλογοστεφανωμένη.
Ἡ φλόγα τῶν τροπαίων σου ἡ ἁγία
ἦταν τῆς λευθεριάς ἡ χαραυγή,
πού τώρ’ ἁπλώνεται σάν εὐλογία
σ’ αὐτήν πού στέκεσαι τή γῆ.
Κι’ ἡ ‘ματοκύλιστη νησοῦλ’ αὐτή,
εὐγνωμονοῦσα στόν αἰῶνα,
ἔστησ’ ἐδῶ τήν μεγαλόπρεπην εἰκόνα
σ’ ἐσέ, τόν μέγα της ἐκδικητή.
Τ’ ἀγέρι, πού στήν ὄψι σου θά φτερουγίζῃ,
γιά χρόνια φλογερά θά σοῦ κρυφομιλᾷ.
Τό κῦμα, πού στά πόδια σου θέ νά κυλᾷ,
νίκες, θριάμβους θέ νά σοῦ θυμίζῃ.
Αξίζει να τονίσουμε εν κατακλείδι πως τα δύο ποιήματα του Προβελέγγιου που παρουσιάζονται στο παρόν μελέτημα προσθέτουν μιαν σημαντική ψηφίδα στις ιστορικο-φιλολογικές μελέτες που έχουν κατά καιρούς γίνει σχετικά με την έμπνευση της λογοτεχνικής Μούσας από τα κατορθώματα των πυρπολητών. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στα εντυπωσιακά για την βιβλιογραφική πληρότητά τους πονήματα του φιλόλογου και ιστορικού ερευνητή Γρηγ. Σπανού που δημοσιεύτηκαν αρχικά στην ΧΙΑΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ με τίτλο «Η Μούσα και ο Πυρπολήτής» (Νοέμβριος 1971) και «Ποιητικό Στεφάνι στο Ολοκαύτωμα των Ψαρών» (Νοέμβριος 1972). Τα ανάτυπα αυτά επανακυκλοφόρησαν το 2018 σε μια αναστατική έκδοση με την χορηγία του Δήμου Ψαρών. Η έρευνα του συγγραφέα συνεχίστηκε για μια περίοδο 50 ετών και τα συμπληρωματικά βιβλιογραφικά του ευρήματα περιέχονται στο επετειακό βιβλίο με γενικό τίτλο «Η Καταγωγή του Κανάρη» (έκδοση του Δήμου της Ηρωικής Νήσου Ψαρών, 2021). Στις δύο αυτές εκδόσεις έχουν συγκεντρωθεί όλες οι σχετικές βιβλιογραφικές αναφορές, που καλύπτουν 33 ολόκληρες σελίδες. Θεωρώ μεταθανάτια απόδοση τιμής για τον Αριστομένη Προβελέγγιο την προσθήκη των ποιημάτων του παρόντος μελετήματος στην εν λόγω εξαντλητική εργογραφία.
Μετά από όλα τα προαναφερόμενα, ελπίζω πως ο αναγνώστης θα είναι προετοιμασμένος στο να δεχθεί την αρχική υπόθεση εργασίας μας. Πως δηλαδή στο μυαλό του Προβελέγγιου κυοφορείται μια ειδική σχέση με το αρχετυπικό παράδειγμα ζωής και ηρωισμού των πυρπολητών. Πως οι απολυτρωτικές φλόγες επιτελούν ύψιστο καθήκον όταν συνδέονται με την πατριωτική κάθαρση. Και πως ίσως ο συνδυασμός των δύο αντίρροπων πρωταρχικών στοιχείων (φωτιάς και θάλασσας) αποτελούν πηγή διαχρονικής έμπνευσης και προσωπικής ανάληψης ενός φανταστικού ρόλου από τον ποιητή.
Λησμονημένος; Δύσκολο να υποθέσουμε κάτι τέτοιο, αφού ο Προβελέγγιος απήλαυσε εν ζωή μοναδικών τιμών και αναγνώρισης, όχι μόνον από τους ομότιμούς του αλλά και από τους συγχρόνους του εν γένει. Ίσως όμως είναι επίκαιρα προφητικός στην θεώρησή του αυτή, αφού σήμερα το ποιητικό βεληνεκές του οδεύει ήδη προς την λησμονιά, κάπως σαν εκείνους τους άγνωστους πυρπολητές, τους οποίους πολύ ενωρίς η πατρίδα (εκτός κάποιων εξαιρέσεων) ξέχασε.
Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, πίσω στο κείμενο και ας ξαναδιαβάσουμε, μέσα από το φίλτρο των προβληματισμών αυτών, τον «Λησμονημένο Πυρπολητή», το πρώτο από τα δύο ανέκδοτα ποιήματα που παρουσιάσαμε εδώ. Ας το αναλύσουν φιλολογικά οι μαθητές (και ιδιαίτερα τα Σιφνιωτόπουλα) στο σχολειό τους. Ίσως να συμφωνήσουμε με αυτό που προτείνει ο αρχικός υπότιτλος. Δηλαδή ότι το «Λησμονημένος Πυρπολητής» μπορεί σε τελική ανάλυση να ιδωθεί και ως ένα ποίημα του Προβελέγγιου για τον ίδιο… τον Προβελέγγιο!
Σημείωση: Απαραίτητες οι ευχαριστίες προς την καθ. Άννα Χρυσογέλου-Κατσή για τις παρατηρήσεις της κατά την επιμέλεια των κειμένων του παρόντος άρθρου, όπως και στον φίλο Γιώργο Ντοκόπουλο, χωρίς βέβαια να μεταβιβάζω μέρος της ευθύνης για οποιαδήποτε αβλεψία ή προσωπική κρίση.
© Αλκιβ. Ν. Λεμπέσης. Απρίλιος-Ιούλιος 2023
ΣΙΦΝΟΣ-ΨΑΡΑ : Παράλληλες ιστορικές διαδρομές
Το θέμα αυτό παρουσιάστηκε δημόσια την Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024 στο “Σπίτι της Σίφνου” στην Αθήνα (οδ. Ιθάκης 24), ως μέρος επετειακής εκδήλωσης που διοργανώθηκε από τον Σύνδεσμο Σιφνίων και την Αδελφότητα Ψαριανών για τα 200 χρόνια από το ολοκαύτωμα των ηρωικών Ψαρών. Η σχετική ομώνυμη ομιλία είναι ανηρτημένη στο YouTube (με διαθέσιμο υποτιτλισμό για αυτόματη μετάφραση) και ακολουθεί:
Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
ΤΟ ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΟ ΕΝΤΥΠΟ
ΤΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η ΟΜΙΛΙΑ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ σε slideshow
ΦΩΤΟΣΤΙΓΜΕΣ
4 σχόλια
Reply
Παρακολουθησα τη διαλεξη για τον Λησμονησμενο Πυρπολητη στο YouTube και εμεινα φοβερα εντυπωσιασμενος.
Εξαιρετικη παρουσιαση! Καταπληκτικη ερευνα για τον Προβελεγγιο με ολες τις λεπτομεριες για συμβαντα που εγιναν πριν τοσα πολλα χρονια. Οχι μονο ο τροπος της διηγησης ειναι υπεροχος, μαγνητικος θα ελεγα, αλλα και το βαθος της ερευνας ειναι επιπεδου διδακτορικης διατριβης.
Συγχαρητηρια στον Αλκη Λεμπεση για το καταπληκτικο εργο του, τον λεπτομερη και αριστα τεκμηριωμενο τροπο ερευνας, και τα ιδιαιτερα ενδιαφεροντα πορισματα.
Φώτης Φωτίου, PhD; Senior Director, Supply Chain Business Development, Johnson&Johnson.
Σας ευχαριστω κ. Φωτίου για τα φιλόφρονα και κολακευτικά σχόλιά σας. Το ενδιαφέρον σας από την μακρινή Αμερική για τον Σιφνιό εθνικό ποιητή Προβελέγγιο είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό. Ευλεπιστώ σύντομα να παρουσιάσω και άλλες άγνωστες λεπτομέρειες από την ζωή και την ποίησή του. Η καθημερινή μου ενασχόληση με τον αδικημένο (μετά θάνατον) ποιητή αυτόν, με έκπληξή μου αναδεικνύει λεπτομέρειες που τον κατατάσσουν σε μια “κατηγορία-μόνος του” από πολλές απόψεις. Ελπίζω να μπορέσω να το καταδείξω.
Μπράβο Άλκη, υπέροχη σε βάθος έρευνα, υπέροχη γλώσσα, υπέροχη στίξη, υπέροχη άρθρωση και υπέροχη απαγγελία!! Κράτησες το κοινό σου και εμάς με απολαυστικό τρόπο….και μάθαμε τόσα πολλά για αυτόν τον κρυμμένο ποιητή τον τόσο παραγνωρισμένο και τόσο αξιόλογο….να είσαι καλά, να μας προσφέρεις πάντα τις γνώσεις σου και ό τι άλλο ενδιαφέρον ανακαλύπτεις!!
Λένα Ανθουλάκη
καθηγήτρια φιλόλογος, Θεσ/νίκη
Επειδή γνωρίζω πως μόνο αυθόρμητα και απόλυτα ειλικρινή είναι τα κολακευτικά σου σχόλια, Λένα μου, με κάνουν να νοιώθω πολλαπλάσια ευτυχής. Κυρίως διότι προέρχονται από μια φιλόλογο με εξοικείωση στο θέμα, ευαίσθητη στην ποίηση και με γνώση και εμπειρία στον χώρο. Ο Προβελέγγιος αξίζει ούτως ή άλλως μια διαφορετική μεταχείριση από αυτήν που του επιφύλλαξε η εμπορευματοποίηση. Το παράδειγμα ζωής του και αποκλειστικής αφιλοκερδούς ενασχόλησης με την ποίηση (και το θέατρο) για 67 χρόνια δύσκολα βρίσκει μιμητές. Αντί για λησμοσύνη, του “πρέπει” ανάδειξη.