Για … όποιον έχει μάτια να δεί.
Η αλόγιστη φωτορρύπανση της Σίφνου – μέρος Α’
Ανοικτή Επιστολή προς τoυς συμπολίτες Σιφνιούς.
Ανατρέχοντας πρόσφατα σε οικογενειακά αρχεία, συνάντησα μιαν επιστολή του παππού μου Αλκιβιάδη Λεμπέση (Σβίγγου) προς την ΔΕΗ σχετικά με την αναγκαιότητα ηλεκτροδότησης του οικισμού του Φάρου εξ ονόματος όλων των τότε κατοίκων -που αναφέρονται μάλιστα και ονομαστικά- έχοντας συγκεντρώσει την υποστήριξή τους στο αίτημα αυτό. Ετσι, θεωρώ ιδιαίτερα οξύμωρο το ότι σχεδόν 50 χρόνια αργότερα αναγκάζομαι εν τω μέσω της νυκτός (περί 4ην πρωινήν) να συντάσσω δημόσια επιστολή αναφορικά με ένα θέμα για το οποίο όμως δεν είμαι σίγουρος ότι την ευαισθησία μου αυτή συμμερίζονται οι σημερινοί κάτοικοι της περιοχής του Φάρου και γενικώτερα της Σίφνου: αυτό της αλόγιστης φωτορρύπανσης.
Βέβαια το πρόβλημα αυτό δεν είναι αποκλειστικότητα της περιοχής μας αλλά δυστυχώς εκτείνεται σε ολόκληρο το νησί της Σίφνου. Και τούτο διότι οι δημοτικές αρχές που (μάλλον) είναι αρμόδιες για την προστασία του φυσικού κάλλους και περιβάλλοντος ίσως δεν έχουν την γνώση αλλά και το ενδιαφέρον να ασχοληθούν με την διάσταση του προβλήματος που συνεχώς επεκτείνεται άμετρα ανταποκρινόμενες -κακά τα ψέμματα- σε αιτήματα κατοίκων που νομίζουν ότι ο άπλετος νυχτερινός φωτισμός θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής τους και πιθανώς το εισόδημά τους από την εμπορική εκμετάλλευση των χώρων τους. Δεν θα ισχυριστώ ότι δεν έχουν την σχετική ευαισθησία και τούτο διότι πρόσφατα μάλιστα προσεκάλεσαν εξόδοις του δημοτικού προϋπολογισμού τον πρόεδρο της Ελληνικής Επιτροπής Φωτισμού και με ιδιαίτερες συγκεκριμένες απόψεις για το θέμα καθηγ. Γεώργιο Παϊσίδη, ως τον πλέον αρμόδιο φορέα προκειμένου να συνεξετάσουν την αισθητική αναβάθμιση του νυκτερινού τοπίου του Αρτεμώνα.
Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψει ο καθ. κ. Παϊσίδης να δημοσιοποιήσω ένα απόσπασμα της επιστολής του προς εμενα πριν την εδώ επίσκεψή του: “Θα ήταν πάντως ευχής έργον, να θελήσει η Σίφνος να πρωτοπορήσει, τουλάχιστον σε πανελλαδική εμβέλεια, στην ανάπτυξη του ραγδαία αναπτυσσόμενου αστρονομικού τουρισμού. Μία τέτοια στόχευση θα έφερνε στην επιφάνεια τις ξεχασμένες αξίες που δήλωναν άλλοτε τα παλαιά προσωνύμια του νησιού (Μερόπη-Πλειάδες, Αστρογώνιο κ.α.) και θα υπαγόρευε αμέσως κάποιες ευεργετικές για την εξέλιξη του νυκτερινού του τοπίου δεσμεύσεις που διαφορετικά δύσκολα αναλαμβάνονται, όπως ήδη έχετε διαπιστώσει, υφιστάμενος τις συνέπειες της επιβεβλημένης, αλλά και άναρχης για την ώρα, μετάβασης στη νέα τεχνολογία των φωτεινών πηγών LED που επεκτείνεται θριαμβευτικά χωρίς καμία αίσθηση μέτρου”.
Σε αυτό θίγει δύο σημαντικά θέματα: πρώτον, ότι η ευαισθησία και προσοχή σε θέματα δημόσιου (αλλά και ιδιωτικού) φωτισμού δεν ανταγωνίζεται απαραίτητα την οικονομική τουριστική ανάπτυξη και, δεύτερον, ότι η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας φωτισμού θα έπρεπε να είναι σύμμαχος στην αναβάθμιση του νυχτερινού τοπίου και της ποιότητας ζωής.
Οσον αφορά το πρώτο θέμα και με δεδομένο ότι η Σίφνος παρουσιάζει αξιοσημείωτη τουριστική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια εστιάζοντας στα συγκριτικά ποιοτικά πλεονεκτήματά της, θα πρέπει άμεσα να ληφθούν επιστημονικά τεκμηριωμένες αποφάσεις απο τους τοπικούς φορείς σε μιαν σειρά πιεστικών θεμάτων (αποχέτευση, ύδρευση, συγκοινωνιακό, κυκλοφοριακό, καθαριότητα κλπ.),μεταξύ των οποίων το θέμα του φωτισμού -κατά την γνώμη μου- είναι κάθε άλλο παρά αμελητέο.
Και εάν εξαιρέσουμε τους προσωρινούς επισκέπτες του νησιού, ίσως θα έπρεπε να αναρωτηθούμε τι είναι αυτό που προσελκύει αλλοδαπούς αγοραστές παραθεριστικών ή ημι-μόνιμων κατοικιών στο νησί μας με ό,τι θετικό αυτό συνεπάγεται για την τοπική οικονομία και γενικώτερη φιλοσοφία του δημόσιου χώρου. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι κατά κύριο λόγο το προφίλ τους συνδυάζει ανώτερη οικονομική επιφάνεια και υψηλό μορφωτικό επίπεδο τα οποία με την σειρά τους συνεπάγονται κατά κανόνα ιδιαίτερες οικολογικές και πολιτιστικές ευαισθησίες. Ευαισθησίες που στις χώρες από όπου προέρχονται δεν θεωρούνται πολυτέλεια αλλά τοποθετούνται στην πρώτη βαθμίδα προτεραιοτήτων. Μήπως οι κάτοικοι μιας Γαλλικής ή βορειοευρωπαϊκής μεγαλούπολης ερχόμενοι στην Σιφνο αναμένουν να απολαύσουν (εκτός των υπολοίπων) είτε τον έναστρο ουρανό είτε το ανυπέρβλητο φεγγαρόφωτο τοπίο; Και, αντί γι αυτό, έρχονται αντιμέτωποι με την απαράδεκτη φωτορρύπανση που τους επιβάλλεται (χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν) όχι μόνο στα κατοικημένα χωριά αλλά και στις απόμακρες αγροικίες που προτιμούν για την διαμονή τους; Φυσικά τα ίδια ισχύουν και για όσους ‘φωτισμένους’ συνέλληνες επέλεξαν την Σίφνο σαν τόπο μόνιμης κατοικίας τους μακρυά από το άναρχο μοντέλλο των ελληνικών αντι-αισθητικών πόλεων και άναρχου τρόπου ζωής.
Οπως πολλοί συμπολίτες και άνθρωποι που “πονάνε” το νησί, βλέποντας τον ρυθμό οικιστικής και τουριστικής ανάπτυξης, πολύ ορθά κρούουν τον κώδωνα σχετικά με το ότι η Σίφνος βρίσκεται στο μεταίχμιο της μελλοντικής της αναπτυξιακής πορείας, έτσι κι εγώ θα ήθελα να επιστήσω την δημόσια προσοχή τους και στα θέματα φωτισμού. Και τούτο διότι οι σημερινές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε υποδομές δημιουργούν προηγούμενο από το οποίο δεν υπάρχει εύκολη και ανέξοδη επιστροφή. Για παράδειγμα, στην προσπάθεια εξοικονόμησης ενέργειας, οι δημοτικές αρχές αποφάσισαν την αντικατάσταση των δημόσιων λαμπτήρων με νέους τεχνολογίας LED. Κατ’ αρχήν σωστή και επαινετή η πρωτοβουλία τους, πλην όμως με ποιά κριτήρια έγινε η προμήθεια των νέων λαμπτήρων εκτός της οικονομικής παραμέτρου; Ποιός φορέας-γνώστης του θέματος εθεσε τις τεχνικές προδιαγραφές σε θέματα θερμότητας φωτισμού (ζεστό/κρύο λευκό) και -το κυριώτερο- έντασης; Μάλλον ουδείς, εάν κρίνουμε από το αποτέλεσμα.
Χωρίς να διεκδικούμε την δυστυχή τοπική αποκλειστικότητα, επιλέγοντας για παράδειγμα τον σχετικά απομονωμένο οικισμό του κόλπου του Φάρου/Χρυσοπηγής (όπου και το προσωπικό μου ενδιαφέρον), μια απλή ματιά στην περιοχή έρχεται αντιμέτωπη με τον εκτυφλωτικό φωτισμό των νέων λαμπτήρων. Και μάλιστα σε άμεση αντιπαραβολή και εξαφανίζοντας τα όποια θετικά αποτελέσματα είχαμε από τον ζεστό και χαμηλής έντασης φωτισμό του μονοπατιού και του ακρωτηρίου της Χρυσοπηγής. Τι νόημα έχει ο σωστός αυτός φωτισμός όταν η ένταση του δημόσιου φωτισμού στον οικισμό του Φάρου (τουλάχιστον 12 δημόσια φώτα στις κολώνες της ΔΕΗ) και της παρακείμενης Φασολούς (άλλα 10 δημόσια φώτα) δεν επιτρέπει την νυχτερινή πορεία χωρίς βοηθητικό φωτισμό;
Μήπως για το ιδικό τους άμεσο και μεσοπρόθεσμο συμφέρον θα πρέπει να αντιληφθούν οι ιδιοκτήτες ενοικιαζομένων δωματίων και οι επαγγελματίες της περιοχής που προσθέτουν στην φωτορρύπανση με τα δικά τους άναρχα λαμπιόνια ότι, επιτρέποντας την κατάσταση αυτήν, ουσιαστικά απωθούν τους επισκέπτες; Επισκέπτες με το προφίλ του ‘ποιοτικού τουρισμού που όλοι επιζητούμε ήτοι με σεβασμό στην παράδοση και την τοπική κουλτούρα. Και οι οποίοι συνειδητά επιλέγουν την περιοχή αυτή αντί για κάποιο από τα γειτονικά πολύβουα νησιά για τον χαρακτήρα της και το ιδιαίτερο φυσικό πολυσχιδές κάλλος της φθάνοντας οδικώς ή ιστιοπλοϊκώς στον όρμο του Φάρου. Ποιό είναι το πρότυπο ανάπτυξης της περιοχής: οι αντίστοιχες σωστά και επιστημονικά υποφωτισμένες περιοχές του Ιταλικού και Γαλλικού Νότου ή οι ήδη επιβαρυμμένες πέραν του αποδεκτού περιοχές των Καμαρών και του Πλατύ Γιαλού;
Αλλά και στους δημόσιους αμαξιτούς δρόμους υπάρχει πρόβλημα με βάση το βεβαρυμένο κυκλοφοριακό κατά τους θερινούς κυρίως μήνες. Εκεί όπου ο δημόσιος φωτισμός εξυπηρετεί πολλαπλές ανάγκες και όπου τα μοντέλλα μέτρησης της έντασης του δημόσιου φωτισμού λαμβάνουν υπ’ όψη τους την εναλλαγή πλήρους σκότους με σταθερό και κινούμενο φωτισμό από διερχόμενα αυτοκίνητα, έχει άραγε ληφθεί κάποια μέριμνα για την δημόσια οδική ασφάλεια; Ή μήπως θα πρέπει και εδώ να θρηνήσουμε τα πρώτα θύματα προτού αναζητηθούν τα αίτια και οι υπεύθυνοι; Και τότε το θέμα που θίγω από σημερινή ΄πολυτέλεια’ θα αποκτήσει άλλη βαρύτητα. Αντίστοιχη με αυτην των διαφημιστικών φωτεινών πινακίδων των οποίων αποφασίστηκε η απόσυρση μόνον μετά από την αποδεδειγμένη ευθύνη τους σε σειρά θανατηφόρων ατυχημάτων.
Εξ ίσου σοβαρό και το θέμα επιβάρυνσης του φυσικού περιβάλλοντος με την ακατάσχετη φωταύγεια σε περιοχές χαρακτηρισμένες Natura και Ειδικού Φυσικού Κάλλους. Δεν θα έπρεπε αυτό να ευαισθητοποιήσει τις κατά τα άλλα υπερ-ευαίσθητες οικολογικές και φιλοζωικές οργανώσεις; H μήπως τα αποδημητικά πτηνά και άλλα νυκτόβια ζώα δεν εμπίπτουν στα ενδιαφέροντά τους αλλά αυτά περιορίζονται στο παραδοσιακό ‘μπαστούρωμα’ το οποίο προσελκύει δημοσιότητα στα κοινωνικά δίκτυα με την ανάρτηση κάποιων ‘πιασάρικων’ βίντεο;
Ηδη όμως έθεσα το περίγραμμα της πρωτοβουλίας μου. Για να είμαι ειλικρινής, δεν αναμένω παλλαϊκή συμπαράσταση διότι αυτά είναι μάλλον ‘ψιλά γράμματα΄. Εάν ήδη υπήρχε εύφορο έδαφος για το θέμα αυτό, κάποιοι συμπολίτες μου θα είχαν αντιδράσει στον ξιπασμένο νεοπλουτίστικο φωτισμό μπροστά στην Εθνική Τράπεζα στην Απολλωνία ή στον δρόμο του Φάρου λίγο πριν το τέλος του. Εκεί όπου συνυπάρχουν ειδικά δημοτικά φωτιστικά σε πυκνή συχνότητα μόλις ολίγων μέτρων μεταξύ τους και ακριβώς από επάνω οι περιττές λυχνίες στις κολώνες της ΔΕΗ. Μου αρκεί όμως, στο στάδιο αυτό, να θέσω έναν δημόσιο προβληματισμό και να επανέλθω στο θέμα με συγκεκριμένες προτάσεις. Ισως μέχρι τότε να έχω βρεί μερικά ‘ευήκοα ώτα’ και ελπίζω κάποιους συμπάσχοντες οφθαλμούς. Αλλωστε, ξημερώνει και όλα αυτά θα επανέλθουν ενοχλητικά το επόμενο βράδυ…
Φάρος Σίφνου, Κυριακή, 7 Οκτωβρίου 2018
Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Sifnaiko Fos στις 20 Οκτωβρίου 2020.
© Αλκιβ. Ν. Λεμπέσης, Οκτώβριος 2018