Κενά Καινά Δαιμόνια στην Σίφνο.
Το Προσκύνημα της Χρυσοπηγής
Ανοικτή Επιστολή στoν Σεβασμιώτατο Μητρoπoλίτη Σίφνου & Σύρου κ.κ. Δωρόθεο
Στην αρχή είδαμε τους λογαριασμούς της Εκκλησίας στο facebook. Μας ξένισε λίγο λόγω της ευτέλειας του μέσου και αλλιώς είχαμε συνηθίσει την Εκκλησία αλλά σκεφτήκαμε ότι για να πλησιάσει τους νέους πρέπει να ακολουθήσει τους σύγχρονους τρόπους επικοινωνίας. Ίσως να μην ήταν κακή ιδέα. Μετά, γίναμε μάρτυρες εικαστικών επεμβάσεων στην Τράπεζα της Μονής της Βρύσης που ξεφεύγουν από τα παραδοσιακά. Αντιδράσαμε με αποτέλεσμα να υπάρξει εντολή της Αρχαιολογίας προς αποκατάσταση στην προτεραία κατάσταση. Ακόμη περιμένουμε…
Το άνοιγμα του μαγαζιού με τα εκκλησιαστικά είδη στην Απολλωνία μάς παραξένεψε λιγάκι αλλά δεν μας έπεφτε και λόγος. Όταν όμως αυτό το μαγαζί μεταφέρθηκε σε κελλί του βράχου της Χρυσοπηγής και μάλιστα στο οιονεί εμβληματικό κελλί του Αριστομένη Προβελέγγιου, οι σκέψεις για κερδοσκοπική εμπορευματοποίηση του θρησκευτικού τουρισμού ήρθαν αυθόρμητες. Σύντομα όμως διασκεδάστηκαν διότι η οικονομική ευρωστία του μοναστηριού σίγουρα θα πρέπει να είναι κοινή επιδίωξη. Αρκεί, τα τιμολόγια αγορών και η ταμειακή μηχανή να είναι στο όνομα της Μονής και τα έσοδα να τηρούνται με διαφάνεια από το Μοναστήρι και όχι με τον απαράδεκτο τρόπο που τακτικά αδειάζει το «κουτί της Παναγίας».
Μα, αν ήταν έτσι -είπε ο αντίλογος του κ. Αντ. Ζαμπέλη εγγράφως- δεν θα έπρεπε να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για την διατήρηση και επαύξηση της μοναστηριακής περιουσίας αντί να την παρατήσουμε στην απομείωσή της λόγω δασικών χαρτών και κάποιων παραβόλων ύψους 1000€ ; Η απάντηση είναι προφανής και οι ευθύνες απαράγραπτες.
Όταν άρχισαν οι καλοκαιρινές καθημερινές λειτουργίες στον Ιερό Βράχο με την παρουσία κάποιου «εναλλακτικού» εικονίσματος πάλι είπαμε ότι δεν μας πέφτει λόγος στα εκκλησιαστικά καθήκοντα των ιερέων. Αρχίσαμε όμως να δυσανασχετούμε με τις φήμες ότι το εναλλακτικό εικόνισμα είχε αρχίσει να περιγράφεται προς τους επισκέπτες ως «η γνήσια εικόνα της Χρυσοπηγής».
Οι καταγγελίες για επεμβάσεις στα παλαιά καντήλια-τάματα, στο Δεσποτικό και άλλες παρεμβάσεις στο εσωτερικό του Ναού μας ανησύχησαν αλλά θεωρήσαμε πως σύντομα θα ελεγχθούν από τους συντηρητές του Υπουργείου Πολιτισμού στο πλαίσιο της καθολικής συντήρησης του Τέμπλου με βάση τις ενέργειες του Συνδέσμου Σιφνίων.
Αυτή όμως η αλληλουχία αυθαιρέτων ενεργειών έφθασε στο αποκορύφωμα με την ανακήρυξη του εναλλακτικού εικονίσματος σαν το «γνήσιο εικόνισμα της Χρυσοπηγής, το ανευρεθέν στην θάλασσα», χωρίς βέβαια ευσχήμως να διευκρινίζεται εάν η εύρεση αυτή τοποθετείται στα 1600, 1700, 1800, 1900 ή στο 2019 !
Η απουσία αρχικής αντίδρασης στην υφέρπουσα φημολογία και οι ιερατικές πρακτικές για χρονικό διάστημα ενός έτους επέτρεψαν σε ένα τέτοιο θέμα κεφαλαιώδους σημασίας για το νησί να γιγαντωθεί και να μετατραπεί σε επίμαχη συζήτηση διχαστικών απόψεων. Αρα καλούμαστε να αντιδράσουμε πλέον με αποτελεσματικό τρόπο και άμεσα. Η αυθαίρετη παραποίηση της ιστορικότητας και η αντιποίηση της λαϊκής θρησκευτικής πίστης είναι εξοργιστικές. Η βαρεία προσβολή της προσωπικής μου πίστης και η διαχρονική σχέση της οικογενείας μου με την Χρυσοπηγή (4 φορές αξιωθήκαμε να πανηγυρήσουμε την εικόνα Της μέχρι σήμερα) με αναγκάζουν να ασκήσω το θρησκευτικό καθήκον μου στην δημόσια καταγγελία των προσπαθειών αναθεώρησης εκ μέρους του προσκυνήματος της Χρυσοπηγής όλων όσων ένα ολόκληρό νησί πιστεύει εδώ και κάμποσες γενεές.
Παντελώς ανάξια σχολιασμού τα επιχειρήματα ότι στην Παναγία και όχι στην εικόνα Της αναπέμπουμε τις ελπίδες μας. Αυτά τα εκκλησιαστικά θέματα απησχόλησαν επί αιώνες την Εκκλησία μας και θεωρούνται εν πολλοίς λελυμμένα. Στην πράξη η εικονοποίηση της Χρυσοπηγής μας είναι πολύ συγκεκριμένη και καθόλου αφηρημένη. Σε αυτήν την καθιερωμένη συγκεκριμένη εικόνα, που όλοι γνωρίζουμε και τιμούμε, απευθύνουμε τις προσευχές μας, σε αυτήν αναρτούμε τα αναθήματά μας, αυτήν προσκυνούμε και σεπτυνόμεθα, σε αυτήν γονατίζουμε και αιτούμεθα της προστασίας Της.
Παραμένει παγερά αδιάφορο κατά πόσον η Εικόνα της Χρυσοπηγής την οποία τιμούμε είναι στην πραγματικότητα η λεγομένη «αυθεντική» ή όχι. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι σαν τέτοια αναγνωρίζεται από εκατοντάδες χιλιάδες πιστών που προσέρχονται προσευχόμενοι στην χάρη Της διαμέσου πολλών δεκαετιών. Σαν τέτοια αναγνωρίζεται από τον Μητροπολίτη μας όταν την παραδίδει ιδίοις χερσί και προσκαλεί τους Συνοδικούς Ιεράρχες προσκεκλημένους του να την ανεβάσουν στο Ιερό Βράχο Της και να συν-ιερουργήσουν, όταν Την τιμούν με την παρουσία τους Αρχιεπίσκοποι Ελλάδος, όταν τα στρατιωτικά αγήματα παρουσιάζουν τα όπλα τους και Την περιφέρουμε στα χωριά. Σαν τέτοια την αναγνωρίζουν οι προσφερόμενοι να την συν-εορτάσουν πανηγυράδες εν πλήρη ισότητι ενώπιόν Της, οικονομικά μεγαλοσχήμονες ή μη, άπαντες δανειζόμενοι προσωρινώς τα αναγκαία προς τούτο από την Χάρη Της.
Η σκέψη και μόνο ότι όλοι οι προαναφερόμενοι απευθύνουν τις ικεσίες τους στην Παναγιά μας μέσω μιας «αναπληρωματικής» εικόνας και όχι μέσω της «γνησίας», την οποία μόλις ανακάλυψαν και την ονόμασαν αυθαίρετα σαν τέτοια, αποτελεί εμπαιγμό και βαθύτατη προσβολή όχι μόνον του λαϊκού θρησκευτικού αισθήματος αλλά και την κοινής νοημοσύνης. Και μόνο η διακίνηση τέτοιων φημών και μάλιστα από αυτούς (ή τη ανοχή των), οι οποίοι έχουν ορισθεί ως θεματοφύλακες του Προσκυνήματος, προκαλεί ανεπανόρθωτη ζημία στην Μητρόπολή μας, όνειδος για τους λοιπούς ιερείς της νήσου και δίδει αχρείαστη αφορμή στους πολέμιους της Ορθόδοξης Πίστης μας.
Στους περίεργους αναθεωρητικούς καιρούς που ζούμε, με τους κοινωνικούς κινδύνους να πολλαπλασιάζονται καταιγιστικά (μεταναστευτικό, πτωχοποίηση, υγειονομικά προβλήματα), η πανταχόθεν βαλλόμενη Ορθόδοξη Εκκλησία μας θα πρέπει να αποτελεί σταθερό και αμετακίνητο σημείο και πηγή αναφοράς των σεπτυνομένων πιστών και όχι πεδίο ενάσκησης αμφιβολιών περί του τι τελικά πρεσβεύει. Μόνο με την βεβαιότητα που παρέχει η αταλάντευτη πίστη μας θα μπορέσει ο κάθε πιστός και όλος ο χριστεπώνυμος λαός να αναζητήσει στους κόλπους της Εκκλησίας την εξ ύψους πολυπόθητη παρηγορία. Αντ’ αυτού, κάθε ικμάδα αμφιβολίας αποτελεί κερκόπορτα λαϊκού διχασμού και,η εμφιλοχώρηση τέτοιων διχαστικών πρακτικών θα πρέπει να αποκλείεται άμεσα και δραστικά εν τη γενέσει της. Ιδιαίτερα σε καιρούς που η Εκκλησία πρέπει να ενώνει υπό την σκέπη της
Η Εκκλησία μας και ειδικότερα η Μητρόπολή μας έχει ανάγκη της υποστήριξης όλων μας. Η οικονομική της ευρωστία είναι εχέγγυο παροχής του πολλαπλού κοινωνικού και φιλανθρωπικού έργου της. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να συντονισθούν οι προσπάθειες όλων έτσι ώστε το Ιερό Προσκύνημα της Χρυσοπηγής να επανεύρει την πανελλαδική του ακτινοβολία και αίγλη, όπως σε αυτό έχει συμβάλει διαχρονικά ο Σύνδεσμος Σιφνίων και οι άλλοι φορείς του νησιού. Οι αέναες προσπάθειες του Μητροπολίτη μας κατατείνουν προς αυτό με απτά ήδη αποτελέσματα. Η ενστάλαξη όμως έστω και ψήγματος αμφιβολιών περί της αυθεντικότητος του Προσκηνύματος καθιστούν πολλαπλασιαστικά θνησιγενή κάθε τέτοια προσπάθεια με αρνητικές οικονομικές συνέπειες κατά των καλώς εννοουμένων συμφερόντων, οι οποίες ανακλώνται όχι μόνο στους εκκλησιαστικούς κύκλους αλλά και διαχέονται στην τοπική κοινωνία (π.χ. μυστήρια, τουρισμός, υπηρεσίες κλπ.).
Αφήνω στη άκρη προφανή θεολογικά ερωτήματα τού πώς γίνεται η φερομένη ως «νέα- γνησία» εικόνα ουδεμία σχέση να έχει με την εορταζομένη Ανάληψη του Κυρίου ή την διαφοροποίησή της από την ιδιάζουσα δισυπόστατη απεικόνιση της καθ-ιερωμένης (εδώ η ετυμολογία της λέξης βρίσκει πλήρη εφαρμογή) εικόνας της Χρυσοπηγής. Αυτά απασχολούν τους Ιεράρχες μας. Έχω όμως την εντύπωση ότι η ανακήρυξη μιας Εικόνας ως θαυματουργής (και η οικογένεια μου είναι μάρτυς των θαυμάτων Της με την γαμήλια βέρα του πατρός μου ανάθημα επί σειράν ετών) θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα επισήμων εκκλησιαστικών αποφάσεων επί τη βάσει κάποιας προδιαγεγραμμένης διαδικασίας και όχι αυθαίρετης προσωπικής εκτίμησης αυτόκλητων ειδημόνων εκ του προχείρου…
Μετά από προσωπική επαγγελματική ενασχόληση 30 ετών στην διασφάλιση, πιστοποίηση και τεκμηρίωση γνησιότητας εγγράφων, προϊόντων και έργων τέχνης, ας μου επιτραπεί να θεωρώ εαυτόν καθ’ ύλην αρμόδιο να προσφέρω τις υπηρεσίες μου και τον μοναδικό πρότυπο εργαστηριακό εξοπλισμό που διαθέτω κατ’ αποκλειστικότητα από το Ίδρυμα Τεχνολογίας & Έρευνας Κρήτης στην διάθεση της Μητρόπολης στην περίπτωση που έχει πρόθεση επιστημονικής διαπίστωσης αυθεντικότητας. Στην περίπτωσή μας όμως, το υπό εξέταση θέμα δεν απαντάται με όρους δικαιοδοσίας Υπουργείου Πολιτισμού αλλά μόνον μέσα από την αταλάντευτη πίστη μας στην Χρυσοπηγή. Για τον ίδιο λόγο, δεν προσφεύγω στον αρχειακό βιβλιογραφικό ιστορικό πλούτο περί του θέματος που μου έχουν διαθέσει ο Σύνδεσμος Σιφνίων και η Αδελφότης Σιφνίων προκειμένου να παρουσιάσω επιχειρήματα για να καταδείξω το άτοπον της συζήτησης. Τούτο θα ήτο χρήσιμο και εποικοδομητικό μόνο σε περίπτωση που κάποια επιστημονική έρευνα εκτός εκκλησιαστικού πλαισίου θα εκαλείτο να εξετάσει την ιστορικότητα των κειμηλίων μας.
Επί του προκειμένου ανακύψαντος θέματος: Η δημόσια περιφορά δια της πλαγίας οδού μιας «αναπληρωματικής» εικόνας της Χρυσοπηγής και η εμπιστευτική αναφορά περί αυτήν ως «η γνησία, ευρεθείσα εν τη θαλάσση» κατά την διάρκεια της μοναδικής στα χρονικά αναβολής των εφετεινών εορτασμών, πέραν των ανωτέρω περιγραφέντων με μια λέξη σαν «κοροϊδία», έχει σαν άμεση συνέπεια τον σκανδαλισμό των πιστών της νήσου και όχι μόνον –πολλώ δε μάλλον όταν αυτές κινούνται στα όρια παράβασης των κανονιστικών εντολών των αρμοδίων εκκλησιαστικών αρχών.
Η συμμετοχή των δημοτικών αρχών σε τέτοιες εκδηλώσεις ως αποτέλεσμα παραπλανητικών διαβεβαιώσεων εκ μέρους των αντιπροσώπων της εκκλησιαστικής εξουσίας προκειμένου να προσδώσουν με την παρουσία τους εμμέσως κύρος και νομιμοποίηση σε αυθαίρετες οιονεί σχισματικές ενέργειες προκαλούν και εξάπτουν το λαϊκό αίσθημα άνευ ουσίας και αποχρώντος λόγου. Δεν θα αναφερθώ στην περιττή έκθεση των παρευρισκομένων σε υγειονομικό κίνδυνο λόγω των τρεχουσών περιστάσεων διότι τούτο υποτίθεται ότι αποτελεί κοινή προσπάθεια, τα αποθανατισθέντα όμως δια του Τύπου περιστατικά κατατείνουν στο αντίθετο και δίδουν τροφή κακοπροαίρετης κριτικής.
Περαιτέρω, η δημόσια διαπόμπευση εν είδει επίπληξης και συνειδησιακής ενοχοποίησης κάθε κριτικής ή επικριτικής φωνής εκ μέρους νεόκοπων αγάμων ιερέων με πλούσιο ιστορικό, θεωρητικά επιφορτισμένων εκ του ρόλου των με την δημιουργία καταλλαγής, απάδει με την κοινή αντίληψη περί ευπρεπούς συμπεριφοράς των κληρικών. Στην ιδική μου μάλιστα περίπτωση επιφέρει και ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, ως η παρούσα δημοσία επιστολή, με την ελπίδα να προκαλέσω ενέργειες που θα θέσουν τελειωτικά παρόμοια θέματα εκτός πάσης συζητήσεως.
Συμπερασματικά καταλήγω ότι η Εκκλησία μας εν γένει αλλά και η τοπική κοινωνία έχει πληθώρα άλλων καθημερινών προβλημάτων και αναγκών και ως εκ τούτου η προσπάθεια εισαγωγής «καινών δαιμονίων» (δύσκολο να επιλέξω σε ποιά από τις δύο λέξεις να προσδώσω έμφαση) θα προσκρούσει στην καθολική αντίδραση. Πολλώ δε μάλλον όταν αυτά δεν αποτελούν κάποια καινοτομία αλλά είναι εξ υπαρχής κενά νοήματος και θρησκευτικής ή κοινωνικής ουσίας.
Τουναντίον.
29 Μαϊου 2020, αποφράς επέτειος ημέρα του Ελληνισμού
Σημείωση: Με δεδομένο ότι στην σύγχρονη Ελλαδική διαλεκτική έχει επικρατήσει η εξέταση τού κατά πόσον ο εκφέρων άποψη «δικαιούται δια να ομιλεί» –ανεξαρτήτως του λόγου και των επιχειρημάτων του- παραθέτω κατωτέρω την παιδιόθεν σχέση μου με την Μεγάλη Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία και ειδικά με την Χρυσοπηγή Σίφνου, όχι εν είδει περγαμηνών αλλά με ταπεινοφροσύνη, προκειμένου να καταδείξω την ειδική διαπαιδαγώγησή μου και σχέση καρδίας με την Παναγία μας, που δοκιμάζεται μεν αλλά χαλυβδώνεται σε τέτοιες περιστάσεις:
1960-1968: Κατηχητικό Σχολείο Ενορίας Αγ. Νικολάου Αχαρνών (Αθηνών)
1969-1976: Γυμνάσιο-Λύκειο των Μαριανών Αδελφών (ήτοι, της Παναγίας)
1978, 1986, 2000, 2018: Τετράκις Πανηγυράς Χρυσοπηγής (Σίφνου).
Δημοσιεύτηκε στην ιστoσελίδα kaipoutheos στις 30 Μαϊου 2020
© Αλκιβ. Ν. Λεμπέσης, ΜάΪος 2020