Μητρώο Υποζυγίων
Από τα τετράποδα στα τετραξονικά
Δημοσιεύτηκε στο φύλλο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2024 της τοπικής εφημερίδας ΣΙΦΝΑΪΚΑ ΝΕΑ
Δεν πρόκειται για έναν ακόμη ευρηματικό τίτλο κάποιου άρθρου μου για την άγνωστη Σίφνο, αλλά για πραγματικό όσο και επίσημο κρατικό Μητρώο. Πώς δηλαδή έχουμε τα γνωστά «Μητρώα Αρρένων» από συστάσεως ελληνικού κράτους, όπου καταγράφονται τα αγόρια από γεννησιμιού τους, έτσι ώστε κάποτε να κληθούν να εκπληρώσουν το καθήκον τους για την πατρίδα; Έτσι ακριβώς υπήρχαν και τα «Μητρώα Υποζυγίων».
Τώρα, ελλείψει κάποιου αντίστοιχου μητρώου θηλέων, ίσως κάποιος κακεντρεχής παρατηρήσει ότι η διαφορά μεταξύ των δύο είναι καθαρά θέμα ορισμού. Και πως υποζύγια είναι και οι μεν άρρενες, υποζύγια και τα δε μουλαρογάδουρα. Αλλά αυτό ξεφεύγει από το θέμα μας και υπάγεται στην σφαίρα της κοινωνιολογικής θεώρησης.
Η εθελοντική εργασία μου πρίν 2-3 χρόνια για την ψηφιοποίηση των ιστορικών ληξιαρχείων της Σίφνου, προκειμένου να διασωθούν από την φθορά του πανδαμάτορα χρόνου και τις πενιχρές συνθήκες συντήρησής τους, είχε και παράπλευρα ευρήματα. Έτσι, μέσα στα πλαίσια της υλοποίησης αυτής της εργασίας για λογαριασμό του Συνδέσμου Σιφνίων και του Δήμου Σίφνου, εντόπισα κάπου βαθειά παραχωμένο και ένα «περίεργο» Μητρώο. Ο τίτλος στο εξώφυλλο, «Μητρώο Υποζυγίων», προκάλεσε την προσοχή μου. Τα ευρήματα θα τα μοιραστώ εδώ, στην φιλόξενη εφημερίδα μας, προκειμένου να απαθανατιστούν για τις επόμενες γενιές. Άλλωστε πλησιάζει και το τέλος της χρονιάς και μαζί φθάνει και η προθεσμία πληρωμής των ετήσιων τελών κυκλοφορίας αναλογικά με τα «άλογα», που σχεδόν όλοι κρύβουμε μέσα στα οχήματά μας.

Αφορμή για να καθήσω τώρα να γράψω αυτό το άρθρο αποτέλεσε η σημερινή γνωριμία μου με τον Κίτσο και την Μόσχα. Ο Κίτσος, ετών 20, δεν είναι Σιφνιός αλλά μέτοικος από την Φολέγανδρο. Αντίθετα, η Μόσχα, που έχει τα μισά του χρόνια, είναι «βέρα» Σιφνιά. Κάτοικοι και οι δύο της περιοχής Συμπόπουλα Εξαμπέλων. Έτσι τουλάχιστον μου συστήθηκαν μέσα από τα αφεντικά τους, Σωκράτη και Νικηφόρο. Φαντάζομαι πως οι ίδιοι δεν τα θεωρούν ως υποζύγια αλλά ως απαραίτητα και αγαπητά μέλη της οικογένειας. Μού έκανε εντύπωση πως, αν και «της δουλειάς», και οι δύο αγνοούν την ύπαρξη του ιστορικού Μητρώου Υποζυγίων και έτσι αφιερώνω σε αυτούς το άρθρο μου.
Η σημασία των υποζυγίων στην καθημερινότητα και την οικονομική ζωή του νησιού δεν νομίζω πως χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, κυρίως για την εποχή που αυτοκινούμενα τροχοφόρα δεν υπήρχαν διαθέσιμα. Από τις μετακινήσεις άσημων γυναικόπαιδων, όπως η μητέρα μου κι εγώ στην φωτογραφία του οικογενειακού αρχείου «καβάλα» στον Ψαρρή το μακρινό 1959. Έως την άνοδο του Βασιλικού ζεύγους Παύλου και Φρειδερίκης από τις Καμάρες το 1947 (φωτογραφία από το ηγουμενείο της Παναγιάς του Βουνού) και την αντίστοιχη των Όθωνα και Αμαλίας το 1852 (για τους οποίους δεν υπάρχουν γνωστά φωτογραφικά τεκμήρια). Ανέκαθεν τα υποζύγια εξυπηρετούσαν καταστάσεις «μεταφορικού ισοδύναμου» με τιμή και ενίοτε δόξα.



Ενώ βέβαια η συνεισφορά τους στην αγροτική ζωή ήταν καθαρά θέμα επιβίωσης για τον τοπικό πληθυσμό με την συμμετοχή τους στο όργωμα, το αλώνισμα, το άλεσμα και το λιοτρίβι, στη μεταφορά τροφών, οικοδομικών υλικών και χωμάτων για πηλό, ξυλείας και ενίοτε νερού. Εκεί βέβαια που αποδείχθηκαν πολύτιμα ήταν στην μεταφορά ειδών αγγειοπλαστικής, την εποχή που όλο το νησί ήταν ένα απέραντο τσικαλαριό. Στον βαθμό που να επηρεάσουν όχι μόνο την τοπική αρχιτεκτονική με τις φαλτσογωνιές στα στενά σοκάκια αλλά και την τοπική παράδοση με παροιμίες σαν αυτήν: «όλος ο κόσμος φοβάται τον Θεό και ο σιφνιός τον τοίχο» για τον εξορκισμό της απροσδόκητης ζημιάς.
Όταν βέβαια τα πράγματα γινόντουσαν δύσκολα για την πατρίδα σε καιρούς πολεμικής σύρραξης, τα υποζύγια θα αναλάμβαναν πλέον και πατριωτικά καθήκοντα. Οι εικόνες από την εποποιΐα της χιονισμένης Πίνδου του 1940 συνοδεύουν όλες τις μεταπολεμικές γενιές. Ίσως κάποια από αυτά να είχαν Σιφνέϊκια ανατροφή. Αυτή την σκοπιμότητα επίταξης εν καιρώ πολέμου εξυπηρετούσαν τα κατά τόπους «Μητρώα Υποζυγίων», πέραν βέβαια από την εισπρακτική φορολόγησή τους μέσω χαρτοσήμου, όπως άλλωστε γίνεται και σήμερα με τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων και μοτοσυκλεττών.
Ας δούμε από κοντά το «Μητρώο Υποζυγίων – Ίππων, Φορβάδων, Ημιόνων μετά Σαγών ή Σαγμάτων αυτών», όπως ήταν ο πλήρης τίτλος του κεντρικά προ-εκτυπωμένου βιβλίου, 64 διπλών σελίδων-σαλονιού, που η έρευνά μου συμπτωματικά εντόπισε. Αφορά μόνον την κοινότητα Απολλωνίας, που περιλαμβάνει Εξάμπελα, Καταβατή, Κάστρο και Κάτω Πετάλι. Στην αριστερή σελίδα συμπληρώνονται τα πεδία με τα στοιχεία του ιδιοκτήτη: ονοματεπώνυμο και πατρώνυμο, τόπος διαμονής, αριθμός ίππων/φορβάδων, αριθμός ημιόνων. Ακολουθούν και εκτείνονται στην δεξιά σελίδα τα Διακριτικά των Κτηνών, ήτοι: γένος, ηλικία και έτος γέννησης, χρώμα, ανάστημα, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Τέλος, παρατίθενται ο τίτλος κυριότητας, η σαγή και τυχόν παρατηρήσεις, όπως οι αγοραπωλησίες και οι αποβιώσεις. Όλα αυτά χαρτοσημαίνονται με κόστος 1 δραχμής την δεκαετία του 1960.


Η εγγραφή του «ζωντανού» στο σχετικό Μητρώο είχε και συνέχεια. Με χαρτόσημο άλλης μιας δραχμής εξεδίδετο μια βεβαίωση ιδιοκτησίας, κάτι σαν την σημερινή άδεια κυκλοφορίας των οχημάτων. Άλλωστε έτσι επιγράφοταν: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΚΤΗΝΩΝ Ή ΟΧΗΜΑΤΩΝ και το οπισθόφυλλο χρησίμευε για την μεταβίβαση, όπου υπήρχε και η αναγραφή του τιμήματος. Πολύτιμο τεκμήριο για τον ιστορικό διότι από αυτά μαθαίνουμε πως, το 1963 στην Σίφνο, ένας αρσενικός ημίονος ηλικίας 5 ετών κόστιζε 6000 δραχμές.
Μια σύντομη και επιφανειακή ανάλυση των πρώτων 93 εγγραφών, που έγιναν μεταπολεμικά (μάλλον το 1958), αναδεικνύει έναν συντριπτικό αριθμό ημιόνων, εννενήντα, και μόνον τρεις ίππους/φορβάδες. Το ανάστημα των μουλαριών είναι κατά μέσο όρο περίπου 127cm, με κοντύτερο αυτό ιδιοκτησίας Ιω. Εμ. Διαμαντή από το Κ. Πετάλι με ύψος μόλις 113cm. Αντίθετα το πιο σωματώδες είναι αυτό του Ιω. Ν. Κόμη από την Καταβατή με ύψος 137cm, που ξεπερνάει και αυτό των 3 ίππων (γύρω στα 133cm). Αυτό που εντυπωσιάζει είναι η ευρηματικότητα και το εύρος στην περιγραφή των αποχρώσεων. Εκτός από τα συνηθισμένα: ερυθρό, καφέ/ανοικτό, λευκό, μαύρο, καστανό (και οι συνδυασμοί τους), υπάρχουν επίσης και τα απολαυστικά: το ψαρόν ή ψαρί, το λιβανό ή λιβανί, το φαιομέναλον (sic), το ερυθρόφαιον, το λευκόψαρον και το ψαρόλευκον, το φαιόψαρον, το σιδηρόψαρον, το καστανόχρουν, το ορφνομέλαν, το στακτόχρουν, το ορφνόν, το στακτόμαυρο, το χαϊνό(;), ο ανθιλής(;) και ο “αμφιθαλής”. Αργότερα προστέθηκαν και το βυσσινί και το μελισσί. Αναζητώ επειγόντως το κατάλληλο λεξικό για μια πρώτη μετάφραση προτού προσεγγίσω τους χρωματισμούς σε κλίμακα pantone ! Τέλος, οι ηλικίες κυμαίνονται από 2 ετών το νεαρότερο μουλάρι (του Ιω. Γ. Σταυριανού από την Καταβατή) έως 27 ετών το γηραιότερο (του Ιω. Τιμ. Βολάνη, πάλι από την Καταβατή), ενώ τα άλογα (ίπποι) είναι σαφώς νεώτερα μεταξύ 3 και 10 ετών. Περιέργως, τα γένη των ημιόνων ισομοιράζονται σε 45 αρσενικά και 45 θηλυκά, ενώ και τα τρία άλογα είναι αρσενικά.
Λόγω περιορισμένου χώρου δεν θα επεκταθώ παρά μόνον περιεκτικά στα ευρήματα των απογραφών που ακολουθούν κάθε δύο χρόνια. Σε αυτή του 1960, οι 95 εγγραφές κτηνών περιλαμβάνουν 5 ίππους και τα υπόλοιπα είναι ημίονοι. Εδώ συμπληρώνεται και το πεδίο «Σαγή» και γίνεται μιά επιπλέον επιλογή «Κατάλληλο/Ακατάλληλο», χωρίς να είναι σαφές το κριτήριο κατάταξης, εκτός από τα προφανή «Ελαττωματικά/Κουτσά». Οριακά διαφορετικά είναι τα ευρήματα της απογραφής του 1962. Η απογραφή του 1964 όμως είναι σαφώς μειωμένη, μάλλον λόγω θανάτων και όχι πωλήσεων εκτός Σίφνου, με μόνον 70 «ζωντανά», από τα οποία ένας μόνον ίππος, αυτός του Στ. Κ. Κάραβου από τα Εξάμπελα, αρσενικός, κόκκινος, ηλικίας 9 ετών και ύψους 136cm. Σαφής μείωση του πληθυσμού κατά 25%. Ο απογραφέας του 1966 βρίσκει δύο ίππους (ο ένας μάλιστα ιδιοκτησίας της Ι.Μ. Βρύσης) και 68 ημιόνους. Η τελευταία απογραφή που εμφανίζεται στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι αυτή του 1968 με 5 ίππους σε σύνολο 71 ζώων. Υπάρχει και μια παράπλευρη χειρόγραφη καθαρογραμμένη λίστα του 1968 με όμοια διάταξη, που εμφανίζει μόνον 67 «ζωντανά», από τα οποία οι ίπποι είναι τέσσερις, συνεπώς αγνοείται η τύχη ενός ίππου και 3 μουλαριών.

Η έρευνα θα καταλήξει με μια ενδιαφέρουσα, τελείως διαφορετική, χειρόγραφη κατάσταση σε 3 λιτά φύλλα, που δεν φέρει κάποια χρονολογία. Μετά από αρκετή συγκριτική μελέτη και αντιπαραβολή των εγγραφών θα προσδιορισθεί πως είναι του έτους 1960. Εξηγεί όμως και επιβεβαιώνει πλέον την υπολανθάνουσα σκοπιμότητα των ανά διετία απογραφών. Επιγράφεται ως ΠΙΝΑΞ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΕΩΣ των ΕΠΙΤΑΞΙΜΩΝ ΚΤΗΝΩΝ (αρθ. Κώδικα 148, υπόδ. 10) του Κέντρου Ταξινομήσεως σε επίπεδο Στρατιωτικής Περιφέρειας Μεραρχίας για την Κοινότητα Απολλωνίας Κυκλάδων. Περιλαμβάνει 47 ημιόνους, που φαίνεται πως έχουν επιλεγεί μαζί με την σαμαροσαγή τους για επίταξη σε περίοδο πολεμικής ανάγκης και κανέναν ίππο, ούτε βόδι, ούτε βούβαλο (επίσης επιτάξιμα). Από τα μουλάρια αυτά, ένα σημειώνεται ως «ακατάλληλο», ένα ως «πρόσκαιρα εξαιρέσιμο» και 8 «κουτσά». Αυτός ο τελικός αριθμός των 37 μουλαριών θα ήταν και η μέγιστη αναγκαστική συνεισφορά της Κοινότητας Απολλωνίας Σίφνου σε περίοδο κινδύνου το 1960.
Αν κρίνουμε από την μη συνέχιση τήρησης του Μητρώου Υποζυγίων κατά την δεκαετία του 1970, μπορούμε να υποθέσουμε πως οι στρατιωτικές ανάγκες σε ημιόνους βαθμιαία ατόνισαν. Ήδη από την 10ετία του 1950, ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Νικόλαος Λεμπέσης, ο γυιός του Σβίγγου από τον ΆηΛούκα, θα ξεκινούσε μεν την βασική εκπαίδευσή του ως ημιονηγός και έφιππος υπαξιωματικός αλλά σύντομα θα περνούσε στις μηχανοκίνητες πλέον μονάδες του Σώματος Εφοδιασμού Μεταφορών (ΣΕΜ) του Ελληνικού Στρατού. Παρ’ όλ΄ αυτά, μαθαίνω από έγκυρη πηγή πως αρκετά αργότερα, στην επιστράτευση του 1974 για το Κυπριακό, οι ειδικότητες των «μουλαράδων» εκλήθησαν υπό τα όπλα, τουλάχιστον στην Κρήτη. Είναι επίσης απαραίτητο να σημειώσουμε πως οι όνοι, τα συμπαθή όσο και πολύτιμα γαϊδουράκια της καθημερινότητας, δεν μοιάζει να έχουν την ίδια χρησιμότητα για τον Ελληνικό Στρατό και έτσι δεν καταγράφονται.



Θα περίμενε κανείς πως τον 21ο αιώνα της μηχανοκίνητης τεχνολογίας με τις μηχανές μοτο-κρος να οργώνουν τα μονοπάτια της Σίφνου, τις τετραξονικές ή τις 18τροχες νταλίκες και τις μπετονιέρες να συναγωνίζονται στο βεβαρημένο οδικό δίκτυο του νησιού και την ευκολία της οδικής πρόσβασης σχεδόν μπροστά σε κάθε πόρτα σπιτιού, η σημερινή κατάσταση θα ήταν συντριπτική για την διατήρηση των τετράποδων βοηθών των Σιφνιών. Πληροφορούμαι πως περιέργως δεν υπάρχει πλέον κάποιο κρατικό μητρώο όπου να είναι υποχρεωτικώς εγγεγραμμένα, αλλά δεν το έψαξα περαιτέρω. Έτσι, ρώτησα το τί γίνεται σήμερα στο νησί. Ενώ φαινομενικά η απάντηση που πήρα υπέκρυπτε μια απογοήτευση, εν τούτοις τα νούμερα σε σύγκριση με το προ 60 ετών Μητρώο Υποζυγίων δεν είναι καταθλιπτικά. Σε μιαν άτυπη εκτίμηση, υπολογίζεται πως εν έτει 2024 στην Σίφνο συνολικά διαβιούν περίπου 40 μουλάρια, 30 άλογα και 50 γαϊδούρια. Ελλείψει ιστορικών πληροφοριών για την κοινότητα Αρτεμώνα, τα στοιχεία δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα. Μπορώ όμως να υπολογίσω μια μείωση της τάξης του 70% για τους ημιόνους. Η ραγδαία αύξηση των ίππων περιλαμβάνει και μια ελπιδοφόρα διαφορετική lifestyle χρήση τους για τουριστικούς λόγους. Σε τελική ανάλυση, όχι και τόσο άσκημα σε πείσμα των καιρών, όμως μάλλον η τάση δυστυχώς είναι η αναμενόμενη.

Εγώ πάντως να σημειώσω πως χωρίς την βοήθεια του Κίτσου και της Μόσχας, που φρόντισαν για την μεταφορά των υλικών, η ανακατασκευή του πατρογονικού μου «καραβοκύρικου» σπιτιού των Ρωμάνων, στην κορυφή του Κάστρου δίπλα στην Αγία Ελεούσα, δύσκολα θα ήταν εφικτή. Άξιος ο μισθός τους και τιμημένος με τον ιδρώτα τους ο σανός.
© Αλκιβ. Ν. Λεμπέσης. Σίφνος, Δεκέμβριος 2024
Δημοσιεύτηκε στο φύλλο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2024 της τοπικής εφημερίδας ΣΙΦΝΑΪΚΑ ΝΕΑ
Διαβάστε την δημοσίευση σε μορφή PDF
0 σχόλια